ζητρεῖον: Difference between revisions

From LSJ

ψυχῆς ἀγαθῆς πατρὶς ὁ ξύμπας κόσμος → the whole universe is the fatherland of a good soul

Source
(16)
m (Text replacement - "εῑον" to "εῖον")
 
Line 3: Line 3:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ζητρεῑον, τὸ (AM) (Α και [[ζήτρειον]], δωρ. τ. ζατρεῑον [[ζητρός]]<br />(στη Χίο) [[τόπος]] τιμωρίας τών δούλων.
|mltxt=ζητρεῖον, τὸ (AM) (Α και [[ζήτρειον]], δωρ. τ. ζατρεῖον [[ζητρός]]<br />(στη Χίο) [[τόπος]] τιμωρίας τών δούλων.
}}
}}

Latest revision as of 10:22, 24 August 2022

German (Pape)

[Seite 1140] τό, od. ζήτρειον, nach VLL. ein Ort, wo die Sklaven zur Strafe in Ketten arbeiten mußten; die Ableitung war schon den Alten undeutlich, Eupol. bei E. M.

Greek Monolingual

ζητρεῖον, τὸ (AM) (Α και ζήτρειον, δωρ. τ. ζατρεῖον ζητρός
(στη Χίο) τόπος τιμωρίας τών δούλων.