μυρτοχειλίδες: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1"
m (Text replacement - "Πολυδ" to "Πολυδ")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0222.png Seite 222]] αἱ, die Lefzen an der weiblichen Schaam, Poll. 2, 174. Vgl. [[μύρτον]].
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0222.png Seite 222]] αἱ, die Lefzen an der weiblichen Schaam, Poll. 2, 174. Vgl. [[μύρτον]].
}}
{{bailly
|btext=ων ([[αἱ]]) :<br /><i>labia majora pudendorum</i> LSJ.<br />'''Étymologie:''' [[μύρτον]], [[χεῖλος]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''μυρτοχειλίδες''': -αἱ, τὰ [[ἑκατέρωθεν]] τοῦ μύρτου, δηλ. τῆς κλειτορίδος τοῦ γυναικείου αἰδοίου χείλη, τὰ ἄλλως κρημνοὶ ἢ πτερυγώματα λεγόμενα, Πολυδ. Β΄, 174.
|lstext='''μυρτοχειλίδες''': -αἱ, τὰ [[ἑκατέρωθεν]] τοῦ μύρτου, δηλ. τῆς κλειτορίδος τοῦ γυναικείου αἰδοίου χείλη, τὰ ἄλλως κρημνοὶ ἢ πτερυγώματα λεγόμενα, Πολυδ. Β΄, 174.
}}
{{bailly
|btext=ων ([[αἱ]]) :<br /><i>labia majora pudendorum</i> LSJ.<br />'''Étymologie:''' [[μύρτον]], [[χεῖλος]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μυρτοχειλίδες]], αἱ (Α) [[μυρτόχειλα]]<br />([[κατά]] τον Πολυδεύκη) «τα [[ἑκατέρωθεν]] του γυναικείου αιδοίου σαρκώδη πτερυγώματα».
|mltxt=[[μυρτοχειλίδες]], αἱ (Α) [[μυρτόχειλα]]<br />([[κατά]] τον Πολυδεύκη) «τα [[ἑκατέρωθεν]] του γυναικείου αιδοίου σαρκώδη πτερυγώματα».
}}
}}