ἡμερότης: Difference between revisions
μή μοι θεοὺς καλοῦσα βουλεύου κακῶς· πειθαρχία γάρ ἐστι τῆς εὐπραξίας μήτηρ, γυνὴ Σωτῆρος· ὦδ᾽ ἔχει λόγος → When you invoke the gods, do not be ill-advised. For Obedience is the mother of Success, wife of Salvation—as the saying goes.
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
|||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1166.png Seite 1166]] ητος, ἡ, das Zahmsein, die Sanftmuth; καὶ [[μαλακία]] Plat. Rep. III, 410 d; Ggstz [[ἀγριότης]], Arist. H. A. 8, 1. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1166.png Seite 1166]] ητος, ἡ, das Zahmsein, die Sanftmuth; καὶ [[μαλακία]] Plat. Rep. III, 410 d; Ggstz [[ἀγριότης]], Arist. H. A. 8, 1. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ητος (ἡ) :<br />humeur douce, douceur.<br />'''Étymologie:''' [[ἥμερος]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἡμερότης''': -ητος, ἡ, ([[ἥμερος]]) ἀντίθ. [[ἀγριότης]], Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 8. 1, 2. 2) καλλιέργεια χώρας, Ἱππ. Ἀέρ. 288. 3) ἐπί ἀνθρώπων, [[ἀγαθότης]], [[πραότης]], Πλάτ. Πολ. 410D. II παρὰ Βυζ., [[τίτλος]] τῶν αὐτοκρατόρων, Λατ. Serenitas. Clementia. | |lstext='''ἡμερότης''': -ητος, ἡ, ([[ἥμερος]]) ἀντίθ. [[ἀγριότης]], Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 8. 1, 2. 2) καλλιέργεια χώρας, Ἱππ. Ἀέρ. 288. 3) ἐπί ἀνθρώπων, [[ἀγαθότης]], [[πραότης]], Πλάτ. Πολ. 410D. II παρὰ Βυζ., [[τίτλος]] τῶν αὐτοκρατόρων, Λατ. Serenitas. Clementia. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |
Revision as of 17:15, 2 October 2022
English (LSJ)
ητος, ἡ, (ἥμερος) A cultivation, of a country, Hp.Aër. 12. 2 of men, gentleness, Pl.R.410d, Ephor.31(b)J., Epicur. Sent.Vat.36, Phld.Hom.p.32 O., D.S.32.27, etc.; of animals, Arist. HA588a21. II as a title, Clemency, ἡ ἡμετέρα ἡ. Just.Nov.115Pr.
German (Pape)
[Seite 1166] ητος, ἡ, das Zahmsein, die Sanftmuth; καὶ μαλακία Plat. Rep. III, 410 d; Ggstz ἀγριότης, Arist. H. A. 8, 1.
French (Bailly abrégé)
ητος (ἡ) :
humeur douce, douceur.
Étymologie: ἥμερος.
Greek (Liddell-Scott)
ἡμερότης: -ητος, ἡ, (ἥμερος) ἀντίθ. ἀγριότης, Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 8. 1, 2. 2) καλλιέργεια χώρας, Ἱππ. Ἀέρ. 288. 3) ἐπί ἀνθρώπων, ἀγαθότης, πραότης, Πλάτ. Πολ. 410D. II παρὰ Βυζ., τίτλος τῶν αὐτοκρατόρων, Λατ. Serenitas. Clementia.
Greek Monotonic
ἡμερότης: -ητος, ἡ (ἥμερος), εξημέρωμα, ημερότητα· καλλιέργεια του εδάφους· λέγεται για ανθρώπους, πραότητα, ευγένεια, αγαθότητα, σε Πλάτ.
Russian (Dvoretsky)
ἡμερότης: ητος ἡ
1) ласковость, кротость (καὶ ἡ. καὶ ἀγριότης ἔνεισιν ἐν πολλοῖς, sc. ζῴοις Arst.);
2) культурность (φυτῶν Arst.);
3) мягкость, любезность Plat.
Middle Liddell
ἡμερότης, ητος, ἥμερος
tameness:—of men, gentleness, kindness, Plat.