προσχαρίζομαι: Difference between revisions

From LSJ

μὴ δὶς πρὸς τὸν αὐτὸν λίθον πταίειν → do not stumble twice on the same stone

Source
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=complaire à, τινι.<br />'''Étymologie:''' [[πρός]], [[χαρίζομαι]].
|btext=complaire à, τινι.<br />'''Étymologie:''' [[πρός]], [[χαρίζομαι]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''προσχᾰρίζομαι''': ἀποθ., [[χαρίζομαι]] [[προσέτι]], τῇ γαστρὶ Ξεν. Οικ. 3. τινί τι, δωροῦμαι [[προσέτι]], Στράβ. 329, Λουκ. Ἑταιρ. Διάλογ. 9. 5, Ἀθήν. 211, κτλ.
|elnltext=προσ-χᾰρίζομαι tevreden stellen.
}}
{{elru
|elrutext='''προσχαρίζομαι:''' [[угождать]] (τῇ γαστρί Xen.): π. τινί τι Luc. исполнять чье-л. желание.
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''προσχᾰρίζομαι:''' αποθ., κάνω για [[χάρη]] κάποιου, <i>τινί</i>, σε Ξεν.· <i>τινί τι</i>, [[δωρίζω]] [[επιπλέον]], σε Στράβ.
|lsmtext='''προσχᾰρίζομαι:''' αποθ., κάνω για [[χάρη]] κάποιου, <i>τινί</i>, σε Ξεν.· <i>τινί τι</i>, [[δωρίζω]] [[επιπλέον]], σε Στράβ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''προσχαρίζομαι:''' [[угождать]] (τῇ γαστρί Xen.): π. τινί τι Luc. исполнять чье-л. желание.
|lstext='''προσχᾰρίζομαι''': ἀποθ., [[χαρίζομαι]] [[προσέτι]], τῇ γαστρὶ Ξεν. Οικ. 3. τινί τι, δωροῦμαι [[προσέτι]], Στράβ. 329, Λουκ. Ἑταιρ. Διάλογ. 9. 5, Ἀθήν. 211, κτλ.
}}
{{elnl
|elnltext=προσ-χᾰρίζομαι tevreden stellen.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=<br />Dep. to [[gratify]] or [[satisfy]] [[besides]], τινί Xen.; τινί τι to [[give]] [[freely]] [[besides]], Strab.
|mdlsjtxt=<br />Dep. to [[gratify]] or [[satisfy]] [[besides]], τινί Xen.; τινί τι to [[give]] [[freely]] [[besides]], Strab.
}}
}}

Revision as of 21:55, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προσχᾰρίζομαι Medium diacritics: προσχαρίζομαι Low diacritics: προσχαρίζομαι Capitals: ΠΡΟΣΧΑΡΙΖΟΜΑΙ
Transliteration A: proscharízomai Transliteration B: proscharizomai Transliteration C: proscharizomai Beta Code: prosxari/zomai

English (LSJ)

A gratify or satisfy, τῇ γαστρί X.Oec.13.9; stretch a point in one's favour, BGU1141.30 (i B.C.), Luc.DMeretr.9.5; concede the truth of, τοῖς Θετταλοῖς μυθώδεις λόγους Str.7.7.12. II gratify besides, Ath.Naucr. ap. Ath.5.211b. III sacrifice something for the sake of something, τῶν πτερυγωμάτων τι τῇ μήτρᾳ Sor. 2.89.

German (Pape)

[Seite 789] dep. med., zu Gefallen thun, willfahren; τῇ γαστρί, Xen. Oec. 13, 9; Sp., τί τινι, Luc. D. Meretr. 9, 5. dep. med., zu Gefallen thun, willfahren; τῇ γαστρί, Xen. Oec. 13, 9; Sp., τί τινι, Luc. D. Meretr. 9, 5.

French (Bailly abrégé)

complaire à, τινι.
Étymologie: πρός, χαρίζομαι.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

προσ-χᾰρίζομαι tevreden stellen.

Russian (Dvoretsky)

προσχαρίζομαι: угождать (τῇ γαστρί Xen.): π. τινί τι Luc. исполнять чье-л. желание.

Greek Monolingual

ΜΑ
κάνω κάτι για χάρη κάποιου
/ αρχ.
1. χαρίζω κάτι σε κάποιον ή ικανοποιώ κάποιον («τῇ... γαστρὶ αὐτῶν ἐπὶ ταῖς ἐπιθυμίαις προσχαριζόμενος», Ξεν.)
2. αποδέχομαι την αλήθεια κάποιου («Θετταλοῖς μυθώδεις λόγους προσχαριζόμενος... φησίν», Στράβ.)
3. δωρίζω κάτι επί πλέον σε κάποιον
4. θυσιάζω κάτι για χάρη κάποιου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προσ- + χαρίζομαι (< χάρις)].

Greek Monotonic

προσχᾰρίζομαι: αποθ., κάνω για χάρη κάποιου, τινί, σε Ξεν.· τινί τι, δωρίζω επιπλέον, σε Στράβ.

Greek (Liddell-Scott)

προσχᾰρίζομαι: ἀποθ., χαρίζομαι προσέτι, τῇ γαστρὶ Ξεν. Οικ. 3. 9· τινί τι, δωροῦμαι προσέτι, Στράβ. 329, Λουκ. Ἑταιρ. Διάλογ. 9. 5, Ἀθήν. 211, κτλ.

Middle Liddell


Dep. to gratify or satisfy besides, τινί Xen.; τινί τι to give freely besides, Strab.