βιβλιοφόρος: Difference between revisions

From LSJ

Σοφὸς γὰρ οὐδείς, ὃς τὰ πάντα προσκοπεῖ → Omnia vel sapiens nemo est, qui prospexerit → Denn keinen Weisen gibt's, der alles sieht vorher

Menander, Monostichoi, 486
(1b)
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0444.png Seite 444]] ὁ, Bücher, Briefe tragend, Pol. 4, 22 u. Sp., s. [[βιβλιαφόρος]].
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0444.png Seite 444]] ὁ, Bücher, Briefe tragend, Pol. 4, 22 u. Sp., s. [[βιβλιαφόρος]].
}}
{{elru
|elrutext='''βιβλιοφόρος:''' v. l. [[βιβλιαφόρος]] ὁ письмоносец или гонец Polyb.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 7: Line 10:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[βιβλιοφόρος]] και [[βιβλιαφόρος]], ο (Α)<br />ο γραμματοκομιστής.
|mltxt=[[βιβλιοφόρος]] και [[βιβλιαφόρος]], ο (Α)<br />ο γραμματοκομιστής.
}}
{{elru
|elrutext='''βιβλιοφόρος:''' v. l. [[βιβλιαφόρος]] ὁ письмоносец или гонец Polyb.
}}
}}

Revision as of 12:35, 3 October 2022

German (Pape)

[Seite 444] ὁ, Bücher, Briefe tragend, Pol. 4, 22 u. Sp., s. βιβλιαφόρος.

Russian (Dvoretsky)

βιβλιοφόρος: v. l. βιβλιαφόρος ὁ письмоносец или гонец Polyb.

Greek (Liddell-Scott)

βιβλιοφόρος: -ον, ὁ φέρων ἐπιστολάς, γραμματοκομιστής, Λατ. tabellarius, Πολυβ. Ἀποσπ. 38.

Greek Monolingual

βιβλιοφόρος και βιβλιαφόρος, ο (Α)
ο γραμματοκομιστής.