ἑπταπλάσιος: Difference between revisions

From LSJ

ἅτε γὰρ ἐννάλιον πόνον ἐχοίσας βαθύν σκευᾶς ἑτέρας, ἀβάπτιστος εἶμι φελλὸς ὣς ὑπὲρ ἕρκος ἅλμας → for just as when the rest of the tackle labors in the depths of the sea, like a cork I shall go undipped over the surface of the brine | as when the other part of the tackle is laboring deep in the sea, I go unsoaked like a cork above the surface of the sea

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1013.png Seite 1013]] Plat. Ep. 7, 332 a, u. [[ἑπταπλασίων]], siebenfach, Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1013.png Seite 1013]] Plat. Ep. 7, 332 a, u. [[ἑπταπλασίων]], siebenfach, Sp.
}}
{{elru
|elrutext='''ἑπτᾰπλάσιος:''' (ᾰ) семикратный Plat.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 18: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=και [[εφταπλάσιος]], -α, -ο (AM [[ἑπταπλάσιος]], -ία, -ον)<br /><b>1.</b> [[επτά]] φορές μεγαλύτερος<br /><b>2.</b> [[επτά]] φορές ισχυρότερος, [[περισσότερος]] κ.λπ.<br /><b>3.</b> [[κατά]] πολύ, ασύγκριτα μεγαλύτερος, [[χειρότερος]] κ.λπ. («ἑπταπλασίῳ φαυλότερος», <b>Πλάτ.</b>). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>επταπλασίως</i> και <i>επταπλάσια</i><br />(AM ἑπταπλασίως)<br />[[επτά]] φορές περισσότερο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βλ. λ. [[διπλάσιος]].
|mltxt=και [[εφταπλάσιος]], -α, -ο (AM [[ἑπταπλάσιος]], -ία, -ον)<br /><b>1.</b> [[επτά]] φορές μεγαλύτερος<br /><b>2.</b> [[επτά]] φορές ισχυρότερος, [[περισσότερος]] κ.λπ.<br /><b>3.</b> [[κατά]] πολύ, ασύγκριτα μεγαλύτερος, [[χειρότερος]] κ.λπ. («ἑπταπλασίῳ φαυλότερος», <b>Πλάτ.</b>). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>επταπλασίως</i> και <i>επταπλάσια</i><br />(AM ἑπταπλασίως)<br />[[επτά]] φορές περισσότερο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βλ. λ. [[διπλάσιος]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἑπτᾰπλάσιος:''' (ᾰ) семикратный Plat.
}}
}}

Revision as of 20:08, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἑπταπλάσιος Medium diacritics: ἑπταπλάσιος Low diacritics: επταπλάσιος Capitals: ΕΠΤΑΠΛΑΣΙΟΣ
Transliteration A: heptaplásios Transliteration B: heptaplasios Transliteration C: eptaplasios Beta Code: e(ptapla/sios

English (LSJ)

[πλᾰ], α, ον, sevenfold, -πλασίῳ φαυλότερος Pl.Ep.332a, cf. Iamb.in Nic.p.102 P. Adv. -ιως LXX Ps.11(12).6,al.

German (Pape)

[Seite 1013] Plat. Ep. 7, 332 a, u. ἑπταπλασίων, siebenfach, Sp.

Russian (Dvoretsky)

ἑπτᾰπλάσιος: (ᾰ) семикратный Plat.

Greek (Liddell-Scott)

ἑπταπλάσιος: -α, -ον, ὡς καὶ νῦν, ἑπτάκις τόσος, Πλάτ. Ἐπιστ. 332Α. - Ἐπίρρ. -ως, Ἑβδ. (Παροιμ. Ϛ΄, 31).

Greek Monolingual

και εφταπλάσιος, -α, -ο (AM ἑπταπλάσιος, -ία, -ον)
1. επτά φορές μεγαλύτερος
2. επτά φορές ισχυρότερος, περισσότερος κ.λπ.
3. κατά πολύ, ασύγκριτα μεγαλύτερος, χειρότερος κ.λπ. («ἑπταπλασίῳ φαυλότερος», Πλάτ.).
επίρρ...
επταπλασίως και επταπλάσια
(AM ἑπταπλασίως)
επτά φορές περισσότερο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. διπλάσιος.