ε: Difference between revisions
τί δ' ἢν ῥαφανιδωθῇ πιθόμενός σοι τέφρᾳ τε τιλθῇ, ἕξει τινὰ γνώμην λέγειν τὸ μὴ εὐρύπρωκτος εἶναι; → What if he should have a radish shoved up his ass because he trusted you and then have hot ashes rip off his hair? What argument will he be able to offer to prevent himself from having a gaping-anus | but suppose he trusts in your advice and gets a radish rammed right up his arse, and his pubic hairs are burned with red-hot cinders. Will he have some reasoned argument to demonstrate he's not a loose-arsed bugger
m (Text replacement - "———————— " to "<br />") |
mNo edit summary |
||
(7 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=e | |Transliteration C=e | ||
|Beta Code=e | |Beta Code=e | ||
|Definition=ἒ ψιλόν, fifth letter of the Gr. alphabet: as numeral έ < | |Definition=ἒ ψιλόν, fifth letter of the Gr. alphabet: as numeral έ = [[πέντε]] and [[πέμπτος]], but <b class="b3">ε'</b> = 5,000:—its name was [[εἶ]], [[quod vide|q.v.]], later <b class="b3">ἒ ψιλόν</b>; cf. [[ψιλός]]. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=ε, τό<br />indecl.<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b> en el sistema graf. [[épsilon]] la quinta letra del alfabeto griego, D.T.631.5, ἒ ψιλόν D.T.631.5 (var.), cf. [[ἐψιλόν]]<br /><b class="num">•</b> nota la [[e]] breve y larga, en el alfabeto jónico la breve<br /><b class="num">•</b> su nombre era εἶ q.u.<br /><b class="num">2</b> en el sistema fonológico, uno de los siete fonemas vocálicos τούτων (τῶν στοιχείων) φωνήεντα [[μέν]] ἐστιν [[ἑπτά]]· α ε η ι ο υ ω D.T.631.1<br /><b class="num">•</b> sobre su pronunciación como ῑ Hdn.Gr.2.390.<br /><b class="num">II</b> como numeral<br /><b class="num">1</b> [[cinco]] (se distingue de la letra por diferentes signos diacríticos: εʹ, ε, ɛ̄) ἀπὸ ιη ἐτέων [[μέχρι]] ε καὶ λ = <i>desde los dieciocho años hasta los treinta y cinco</i> Hp.<i>Coac</i>.431, ὀλ(υρῶν) (ἀρτάβας) ε <i>PHib</i>.122.1 (III a.C.), χα(λκοῦ) τάλ(αντα) ε <i>PTor.Choachiti</i> 8A.45 (II a.C.), δη(νάρια) εʹ <i>IEphesos</i> 20B.30 (I d.C.), ῥαπφ(ανέλαιον) λ(ίτραι) κʹ ο(ὐ)γ(κίαι) εʹ <i>Graff.Dip</i>.HE 7 (I d.C.), τὸ E ... κυρίου [[σημεῖον]] ἀριθμοῦ προτετιμῆσθαι τῆς πεμπάδος = <i>que la E es estimada como signo de un número importante, el cinco</i> Plu.2.387e, γίνονται ɛ̄ Vett.Val.31.8, ὁλκ(ῆς) μ(νᾶς) ε = <i>de cinco minas de peso</i>, <i>POxy</i>.3765.9 (IV d.C.).<br /><b class="num">2</b> [[cinco mil]] (con otro signo diacrítico: ͵ε): [[τάπης]] Βρεταννικός (δηνάρια) ͵ε <i>DP</i> 19.28, cf. 63, 67 <i>passim</i>.<br /><b class="num">3</b> ordinal [[quinto]] ἐπὶ τὸν διάλογον τοῦ ε (ἔτους) <i>PTeb</i>.58.23 (II a.C.), Φιλοδήμου Περὶ ποιημάτων ɛ̄ Phld.<i>Po</i>.5.tít. (p.164), ἐκ εʹ ἄξονος Sch.Er.<i>Il</i>.21.282 (p.105), ἀναγραφόμενος ἐπὶ τοῦ ɛ̄ ἀμφόδου = <i>inscrito en el distrito quinto</i>, <i>PMonac</i>.71.18 (II d.C.), Ἑρμοῦ τὸ βʹ, τὸ εʹ ... σαπρόν = <i>de Hermes, el segundo y el quinto, desfavorable</i> de los lugares o casas de los planetas en el zodíaco, Vett.Val.36.9, [[ὅτι]] τῆς ɛ̄ ῥαψῳδίας ἐπιγραφὴ ἡ μὲν [[ἔμμετρος]] [[αὕτη]]· εἶ Eust.511.7.<br /><b class="num">4</b> adv. [[cinco veces]] δημαρχικῆς ἐξουσίας τὸ ɛ̄ = <i>con potestad tribunicia por quinta vez</i>, <i>IM</i> 174.8 (II d.C.), [[ὕπατος]] τὸ ɛ̄ <i>IM</i> 171.6 (II d.C.), στρατηγήσαντα εʹ <i>IIasos</i> 87.7 (imper.).<br /><b class="num">III</b> como sonido mágico en abracadabras y fórmulas repetidas <i>PMag</i>.1.14, 18, εεεεεε <i>PMag</i>.2.96, αεηιουω <i>PMag</i>.13.905. | |||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=<b>(I)</b><br />(Μ ἔ) <b>επιφών.</b><br />εκφράζει: 1. [[ενόχληση]], [[δυσαρέσκεια]] («ε πια, μάς παραζάλισες!»)<br /><b>2.</b> θαυμασμό<br /><b>3.</b> [[επιθυμία]], [[ευχή]] («ε! και να μού τύχαινε ο [[πρώτος]] [[αριθμός]] του λαχείου!»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> βεβιασμένη [[συγκατάθεση]] («ε! φτάνει, σέ [[πιστεύω]]!»)<br /><b>2.</b> [[κλήση]] («ε! εσένα μιλάω, δεν ακούς;»).<br /><b>(II)</b><br />ἕ (Α)<br />αιτ. εν. αντων. γ' προσώπου για [[αυτοπάθεια]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται για το τρίτο [[πρόσωπο]] <i>ἕ</i>, <i>ἑ</i> της προσωπικής αντωνυμίας που ανάγεται σε ΙΕ [[ρίζα]] <i>se</i>- / <i>swe</i>-. Οι επικοί τ. <i>ε</i>, <i>ευ</i>, [[έθεν]] στους οποίους δεν εμφανίζεται [[δίγαμμα]] προέρχονται από τη [[ρίζα]] <i>se</i>-, η οποία απαντά [[επίσης]] στα λατ. <i>se</i>, αρχ. σλαβ. <i>sę</i>, γοτθ. <i>si</i>-<i>k</i>. Τα ομηρ. (<i>F</i>)<i>έ</i>, παμφυλ. <i>Fhe</i> ανάγονται στη [[ρίζα]] <i>swe</i>- που απαντά [[επίσης]] στο αρχ. ινδ. <i>sva</i>-. Η δοτ. <i>οι</i> <span style="color: red;"><</span> <i>soi</i> που απαντά στα αρχ. περσ. <i>šay</i>, αβεστ. <i>hẽ</i>, αρχ. ινδ. <i>se</i>. To ομηρικό <i>εέ</i>, <i>εοί</i>, που σπάνια μαρτυρείται στον Όμηρο, προϋποθέτει [[ρίζα]] <i>sewe</i>- | |mltxt=<b>(I)</b><br />(Μ ἔ) <b>επιφών.</b><br />εκφράζει: 1. [[ενόχληση]], [[δυσαρέσκεια]] («ε πια, μάς παραζάλισες!»)<br /><b>2.</b> θαυμασμό<br /><b>3.</b> [[επιθυμία]], [[ευχή]] («ε! και να μού τύχαινε ο [[πρώτος]] [[αριθμός]] του λαχείου!»)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> βεβιασμένη [[συγκατάθεση]] («ε! φτάνει, σέ [[πιστεύω]]!»)<br /><b>2.</b> [[κλήση]] («ε! εσένα μιλάω, δεν ακούς;»).<br /><b>(II)</b><br />ἕ (Α)<br />αιτ. εν. αντων. γ' προσώπου για [[αυτοπάθεια]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται για το τρίτο [[πρόσωπο]] <i>ἕ</i>, <i>ἑ</i> της προσωπικής αντωνυμίας που ανάγεται σε ΙΕ [[ρίζα]] <i>se</i>- / <i>swe</i>-. Οι επικοί τ. <i>ε</i>, <i>ευ</i>, [[έθεν]] στους οποίους δεν εμφανίζεται [[δίγαμμα]] προέρχονται από τη [[ρίζα]] <i>se</i>-, η οποία απαντά [[επίσης]] στα λατ. <i>se</i>, αρχ. σλαβ. <i>sę</i>, γοτθ. <i>si</i>-<i>k</i>. Τα ομηρ. (<i>F</i>)<i>έ</i>, παμφυλ. <i>Fhe</i> ανάγονται στη [[ρίζα]] <i>swe</i>- που απαντά [[επίσης]] στο αρχ. ινδ. <i>sva</i>-. Η δοτ. <i>οι</i> <span style="color: red;"><</span> <i>soi</i> που απαντά στα αρχ. περσ. <i>šay</i>, αβεστ. <i>hẽ</i>, αρχ. ινδ. <i>se</i>. To ομηρικό <i>εέ</i>, <i>εοί</i>, που σπάνια μαρτυρείται στον Όμηρο, προϋποθέτει [[ρίζα]] <i>sewe</i>- [[πρβλ]]. λιθ. <i>save</i>-. Τέλος με επιθετικοποίηση τών <i>swe</i>-, <i>sewe</i>- προήλθαν τα κτητικά <i>swo</i>-<i>s</i> > (<i>F</i>)<i>ός</i> και <i>sewo</i>-<i>s</i> > <i>ἑός</i> που αντιστοιχεί στα αρχ. ινδ. <i>sva</i>, λατ. <i>suus</i>].<br /><b>(III)</b><br />(AM ἔ, και κατ' [[επανάληψη]] ἔ ἔ ἔ ἔ<br />Α και ἐέ ή ἐή)<br />[[επιφώνημα]] πόνου ή θλίψεως. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 15:11, 10 October 2022
English (LSJ)
ἒ ψιλόν, fifth letter of the Gr. alphabet: as numeral έ = πέντε and πέμπτος, but ε' = 5,000:—its name was εἶ, q.v., later ἒ ψιλόν; cf. ψιλός.
Spanish (DGE)
ε, τό
indecl.
I 1 en el sistema graf. épsilon la quinta letra del alfabeto griego, D.T.631.5, ἒ ψιλόν D.T.631.5 (var.), cf. ἐψιλόν
• nota la e breve y larga, en el alfabeto jónico la breve
• su nombre era εἶ q.u.
2 en el sistema fonológico, uno de los siete fonemas vocálicos τούτων (τῶν στοιχείων) φωνήεντα μέν ἐστιν ἑπτά· α ε η ι ο υ ω D.T.631.1
• sobre su pronunciación como ῑ Hdn.Gr.2.390.
II como numeral
1 cinco (se distingue de la letra por diferentes signos diacríticos: εʹ, ε, ɛ̄) ἀπὸ ιη ἐτέων μέχρι ε καὶ λ = desde los dieciocho años hasta los treinta y cinco Hp.Coac.431, ὀλ(υρῶν) (ἀρτάβας) ε PHib.122.1 (III a.C.), χα(λκοῦ) τάλ(αντα) ε PTor.Choachiti 8A.45 (II a.C.), δη(νάρια) εʹ IEphesos 20B.30 (I d.C.), ῥαπφ(ανέλαιον) λ(ίτραι) κʹ ο(ὐ)γ(κίαι) εʹ Graff.Dip.HE 7 (I d.C.), τὸ E ... κυρίου σημεῖον ἀριθμοῦ προτετιμῆσθαι τῆς πεμπάδος = que la E es estimada como signo de un número importante, el cinco Plu.2.387e, γίνονται ɛ̄ Vett.Val.31.8, ὁλκ(ῆς) μ(νᾶς) ε = de cinco minas de peso, POxy.3765.9 (IV d.C.).
2 cinco mil (con otro signo diacrítico: ͵ε): τάπης Βρεταννικός (δηνάρια) ͵ε DP 19.28, cf. 63, 67 passim.
3 ordinal quinto ἐπὶ τὸν διάλογον τοῦ ε (ἔτους) PTeb.58.23 (II a.C.), Φιλοδήμου Περὶ ποιημάτων ɛ̄ Phld.Po.5.tít. (p.164), ἐκ εʹ ἄξονος Sch.Er.Il.21.282 (p.105), ἀναγραφόμενος ἐπὶ τοῦ ɛ̄ ἀμφόδου = inscrito en el distrito quinto, PMonac.71.18 (II d.C.), Ἑρμοῦ τὸ βʹ, τὸ εʹ ... σαπρόν = de Hermes, el segundo y el quinto, desfavorable de los lugares o casas de los planetas en el zodíaco, Vett.Val.36.9, ὅτι τῆς ɛ̄ ῥαψῳδίας ἐπιγραφὴ ἡ μὲν ἔμμετρος αὕτη· εἶ Eust.511.7.
4 adv. cinco veces δημαρχικῆς ἐξουσίας τὸ ɛ̄ = con potestad tribunicia por quinta vez, IM 174.8 (II d.C.), ὕπατος τὸ ɛ̄ IM 171.6 (II d.C.), στρατηγήσαντα εʹ IIasos 87.7 (imper.).
III como sonido mágico en abracadabras y fórmulas repetidas PMag.1.14, 18, εεεεεε PMag.2.96, αεηιουω PMag.13.905.
Greek Monolingual
(I)
(Μ ἔ) επιφών.
εκφράζει: 1. ενόχληση, δυσαρέσκεια («ε πια, μάς παραζάλισες!»)
2. θαυμασμό
3. επιθυμία, ευχή («ε! και να μού τύχαινε ο πρώτος αριθμός του λαχείου!»)
νεοελλ.
1. βεβιασμένη συγκατάθεση («ε! φτάνει, σέ πιστεύω!»)
2. κλήση («ε! εσένα μιλάω, δεν ακούς;»).
(II)
ἕ (Α)
αιτ. εν. αντων. γ' προσώπου για αυτοπάθεια.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για το τρίτο πρόσωπο ἕ, ἑ της προσωπικής αντωνυμίας που ανάγεται σε ΙΕ ρίζα se- / swe-. Οι επικοί τ. ε, ευ, έθεν στους οποίους δεν εμφανίζεται δίγαμμα προέρχονται από τη ρίζα se-, η οποία απαντά επίσης στα λατ. se, αρχ. σλαβ. sę, γοτθ. si-k. Τα ομηρ. (F)έ, παμφυλ. Fhe ανάγονται στη ρίζα swe- που απαντά επίσης στο αρχ. ινδ. sva-. Η δοτ. οι < soi που απαντά στα αρχ. περσ. šay, αβεστ. hẽ, αρχ. ινδ. se. To ομηρικό εέ, εοί, που σπάνια μαρτυρείται στον Όμηρο, προϋποθέτει ρίζα sewe- πρβλ. λιθ. save-. Τέλος με επιθετικοποίηση τών swe-, sewe- προήλθαν τα κτητικά swo-s > (F)ός και sewo-s > ἑός που αντιστοιχεί στα αρχ. ινδ. sva, λατ. suus].
(III)
(AM ἔ, και κατ' επανάληψη ἔ ἔ ἔ ἔ
Α και ἐέ ή ἐή)
επιφώνημα πόνου ή θλίψεως.