ἀκατήχητος: Difference between revisions
From LSJ
τὸ τῶν νικητόρων στρατόπεδον → Victorious Legion
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (pape replacement) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀκατήχητος]], -ον) [[κατηχῶ]]<br />αυτός που δεν έχει κατηχηθεί, δεν έχει διδαχθεί τις θεμελιώδεις αρχές της χριστιανικής πίστης<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[αδασκάλευτος]], [[ακατατόπιστος]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[κατά]] τη [[Σούδα]] «ὁ μὴ ὑπὸ ἤχου περιβαλλόμενος». | |mltxt=-η, -ο (Α [[ἀκατήχητος]], -ον) [[κατηχῶ]]<br />αυτός που δεν έχει κατηχηθεί, δεν έχει διδαχθεί τις θεμελιώδεις αρχές της χριστιανικής πίστης<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[αδασκάλευτος]], [[ακατατόπιστος]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[κατά]] τη [[Σούδα]] «ὁ μὴ ὑπὸ ἤχου περιβαλλόμενος». | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=<i>noch nicht [[unterrichtet]]</i>, K.S. | |||
}} | }} |
Revision as of 16:59, 24 November 2022
English (LSJ)
ον, not encompassed by sound, Suid.
Spanish (DGE)
-ον
1 no acompañado de sonido o de música glos. a ἀπερισάλπιγκτοι Sud.
2 falto de instrucción, ignorante ἄνθρωποι αἱρετικοὶ ἀκατήχητοι Arius Ep.Eus.3, ἀ. τῶν μυστηρίων Gr.Nyss.Eun.1.158.
Greek (Liddell-Scott)
ἀκατήχητος: -ον, ὁ μὴ ὑπὸ ἤχου περιβαλλόμενος, Σουΐδ. ΙΙ. ὁ μὴ διδαχθεὶς τὰς θεμελιώδεις τῆς πίστεως ἀρχάς, Ἐκκλ.
Greek Monolingual
-η, -ο (Α ἀκατήχητος, -ον) κατηχῶ
αυτός που δεν έχει κατηχηθεί, δεν έχει διδαχθεί τις θεμελιώδεις αρχές της χριστιανικής πίστης
νεοελλ.
αδασκάλευτος, ακατατόπιστος
αρχ.
κατά τη Σούδα «ὁ μὴ ὑπὸ ἤχου περιβαλλόμενος».
German (Pape)
noch nicht unterrichtet, K.S.