ἐμφυτευτικάριος: Difference between revisions

From LSJ

ἀσμένῳ δέ σοι ἡ ποικιλείμων νὺξ ἀποκρύψει φάοςglad wilt thou be when night, arrayed in spangled garb, shuts out the light

Source
mNo edit summary
m (pape replacement)
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο (Μ [[ἐμφυτευτικάριος]]), [[καλλιεργητής]] αγροτικού κτήματος με μακροχρόνια [[μίσθωση]].
|mltxt=ο (Μ [[ἐμφυτευτικάριος]]), [[καλλιεργητής]] αγροτικού κτήματος με μακροχρόνια [[μίσθωση]].
}}
{{pape
|ptext=ὁ, <i>[[Erbpächter]]</i>, Basilic.
}}
}}

Latest revision as of 17:12, 24 November 2022

Greek Monolingual

ο (Μ ἐμφυτευτικάριος), καλλιεργητής αγροτικού κτήματος με μακροχρόνια μίσθωση.

German (Pape)

ὁ, Erbpächter, Basilic.