ἁρμοστής: Difference between revisions

From LSJ

βωμὸν Ἀριστοτέλης ἱδρύσατο τόνδε Πλάτωνος, ἀνδρὸς ὃν οὐδ' αἰνεῖν τοῖσι κακοῖσι θέμιςAristotle had this altar of Plato set up — Plato, a man whom the wicked dare not even mention in praise

Source
mNo edit summary
mNo edit summary
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-οῦ, ὁ<br /><b class="num">I</b> de funciones públicas<br /><b class="num">1</b> [[harmosta]] [[gobernador]] [[lacedemonio]] en colonias o [[ciudad]] aliadas, Th.8.5, X.<i>HG</i> 2.4.28, 3.2.20, 4.8.29, <i>An</i>.6.6.13, Isoc.4.117, 14.3, D.18.96, 20.68, 24.128, Aen.Tact.27.7, Plb.4.27.5, Plu.2.773f<br /><b class="num">•</b>fig., de [[Eros]] designado tb. [[βασιλεύς]] y [[ἄρχων]] Plu.2.763e.<br /><b class="num">2</b> gener. [[gobernador]], [[prefecto de colonia]] de otras [[ciudad]] griegas<br /><b class="num">•</b>ateniense, X.<i>HG</i> 4.8.8, [[tebano]], X.<i>HG</i> 7.1.43, 7.3.4, cf. <i>An</i>.5.5.20, en Asia, Luc.<i>Peregr</i>.9, <i>Tox</i>.17, 32<br /><b class="num">•</b>fig. de [[Alejandro]] θεόθεν ἁρμοστὴς καὶ [[διαλλακτής]] Plu.2.329b, de la razón λόγον ἐγκαταστήσας ὥσπερ ἁρμοστὴν καὶ φύλακα Plu.2.430e<br /><b class="num">•</b>en [[ciudad]] de [[Tracia]] y [[Macedonia]] <i>IG</i> 11(4).1053.10 (Delos III a.C.), Plu.<i>Demetr</i>.39, Dexipp.26.3.<br /><b class="num">3</b> [[triunviro]] en la Roma republicana, de [[Lépido]], [[Antonio]] y [[César]], App.<i>BC</i> 4.7, cf. <i>Hisp</i>.38, Sud.<br /><b class="num">II</b> <b class="num">1</b>[[novio]], [[prometido]] Poll.3.35, cf. [[ἁρμοστὴς]] γάμου· <i>[[sponsus]]</i>, <i>Gloss</i>.2.245.<br /><b class="num">2</b> [[músico]] Gr.Nyss.<i>Hom.Opif</i>.8.
|dgtxt=-οῦ, ὁ<br /><b class="num">I</b> de funciones públicas<br /><b class="num">1</b> [[harmosta]] [[gobernador]] [[lacedemonio]] en colonias o [[ciudad]] aliadas, Th.8.5, X.<i>HG</i> 2.4.28, 3.2.20, 4.8.29, <i>An</i>.6.6.13, Isoc.4.117, 14.3, D.18.96, 20.68, 24.128, Aen.Tact.27.7, Plb.4.27.5, Plu.2.773f<br /><b class="num">•</b>fig., de [[Eros]] designado tb. [[βασιλεύς]] y [[ἄρχων]] Plu.2.763e.<br /><b class="num">2</b> gener. [[gobernador]], [[prefecto de colonia]] de otras [[ciudad]] griegas<br /><b class="num">•</b>ateniense, X.<i>HG</i> 4.8.8, [[tebano]], X.<i>HG</i> 7.1.43, 7.3.4, cf. <i>An</i>.5.5.20, en Asia, Luc.<i>Peregr</i>.9, <i>Tox</i>.17, 32<br /><b class="num">•</b>fig. de [[Alejandro]] [[θεόθεν]] ἁρμοστὴς καὶ [[διαλλακτής]] Plu.2.329b, de la razón λόγον ἐγκαταστήσας ὥσπερ ἁρμοστὴν καὶ φύλακα Plu.2.430e<br /><b class="num">•</b>en [[ciudad]] de [[Tracia]] y [[Macedonia]] <i>IG</i> 11(4).1053.10 (Delos III a.C.), Plu.<i>Demetr</i>.39, Dexipp.26.3.<br /><b class="num">3</b> [[triunviro]] en la [[Roma]] republicana, de [[Lépido]], [[Antonio]] y [[César]], App.<i>BC</i> 4.7, cf. <i>Hisp</i>.38, Sud.<br /><b class="num">II</b> <b class="num">1</b>[[novio]], [[prometido]] Poll.3.35, cf. [[ἁρμοστὴς]] γάμου· <i>[[sponsus]]</i>, <i>Gloss</i>.2.245.<br /><b class="num">2</b> [[músico]] Gr.Nyss.<i>Hom.Opif</i>.8.
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 10:33, 27 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἁρμοστής Medium diacritics: ἁρμοστής Low diacritics: αρμοστής Capitals: ΑΡΜΟΣΤΗΣ
Transliteration A: harmostḗs Transliteration B: harmostēs Transliteration C: armostis Beta Code: a(rmosth/s

English (LSJ)

οῦ, ὁ,
A one who arranges or one who governs, esp. harmost, governor sent out by the Lacedaemonians to the περίοικοι and subject cities, Th.8.5, X.HG2.4.28, etc.; governor of a dependent colony, Id.An.5.5.19.
2 title of officials at Thessalonica, IG11(4).1053 (iii B.C.).
3 = triumvir, App.BC4.7; = praefectus, Luc.Tox.17,32.
4 betrothed husband, Poll.3.35.

Spanish (DGE)

-οῦ, ὁ
I de funciones públicas
1 harmosta gobernador lacedemonio en colonias o ciudad aliadas, Th.8.5, X.HG 2.4.28, 3.2.20, 4.8.29, An.6.6.13, Isoc.4.117, 14.3, D.18.96, 20.68, 24.128, Aen.Tact.27.7, Plb.4.27.5, Plu.2.773f
fig., de Eros designado tb. βασιλεύς y ἄρχων Plu.2.763e.
2 gener. gobernador, prefecto de colonia de otras ciudad griegas
ateniense, X.HG 4.8.8, tebano, X.HG 7.1.43, 7.3.4, cf. An.5.5.20, en Asia, Luc.Peregr.9, Tox.17, 32
fig. de Alejandro θεόθεν ἁρμοστὴς καὶ διαλλακτής Plu.2.329b, de la razón λόγον ἐγκαταστήσας ὥσπερ ἁρμοστὴν καὶ φύλακα Plu.2.430e
en ciudad de Tracia y Macedonia IG 11(4).1053.10 (Delos III a.C.), Plu.Demetr.39, Dexipp.26.3.
3 triunviro en la Roma republicana, de Lépido, Antonio y César, App.BC 4.7, cf. Hisp.38, Sud.
II 1novio, prometido Poll.3.35, cf. ἁρμοστὴς γάμου· sponsus, Gloss.2.245.
2 músico Gr.Nyss.Hom.Opif.8.

German (Pape)

[Seite 356] ὁ, der Ordner, Verwalter; so hießen bes. die Statthalter, welche die Lacedämonier in eroberten Städten einzusetzen pflegten, Thuc. 8, 5; Xen. Hell. 1, 1, 23 u. öfter, wie Folgde; übh. Statthalter, z. B. in einer Kolonie, Xen. An. 5, 5, 19 u. Sp. Nach Poll. auch schlechter Ausdruck für μνηστήρ. Vgl. ἁρμόζω.

French (Bailly abrégé)

οῦ (ὁ) :
c. ἁρμοστήρ.
Étymologie: ἁρμόζω.

Russian (Dvoretsky)

ἁρμοστής: οῦ ὁ
1 гармост (спартанский правитель в городах и на островах, находившихся под гегемонией Лакедемона) Thuc., Xen., Plut.;
2 правитель, наместник, предводитель, Xen., Luc.

Greek (Liddell-Scott)

ἁρμοστής: -οῦ, ὁ, ὁ ἁρμόζων, διατάττων ἤ κυβερνῶν, κυρίως δὲ ἁρμοστὴς ἐλέγετο ὁ ἀποστελλόμενος ἐκ Σπάρτης διοικητὴς ὅπως διοικήσῃ νῆσον ἤ πόλιν ὑπήκοον αὐτῇ, Θουκ. 8, 5, Ξεν. Ἑλλ. 2, 4, 28, κτλ.· πρβλ. Ἐρμάννου Πολ. Ἀρχ. § 39, καὶ λεξ. Ἀρχαιολογ.: ὁ διοικητὴς ἀποικίας ἀπεσταλμένος ἐκ τῆς μητροπόλεως, Ξεν. Ἀν. 5. 5, 19: - Ἐν Ἀππ. Ἐμφυλ. 4. 7, κεῖται πρὸς ἔκφρασιν τοῦ Ρωμαïκοῦ Triumvir, τριάρχης, καὶ ἐν Λουκ. Τοξ. 17 καὶ 32 τὸ Praefecti. 2) μνηστήρ, «ὅθεν τινὲς τῶν παλαιῶν καὶ ἁρμοστὴν τὸν μνηστῆρα ἐκάλεσαν» Πολυδ. Γ΄, 34.

Greek Monolingual

ο (Α ἁρμοστής) αρμόζω
ανώτατος αξιωματούχος με δικαιοδοσία κυβερνήτη σε κατεχόμενη ή εξαρτημένη χώρα
αρχ.
1. τίτλος Σπαρτιατών αρχόντων
2. έπαρχος
3. μνηστήρας.

Greek Monotonic

ἁρμοστής: -οῦ, ὁ (ἁρμόζω), αυτός που ρυθμίζει ή κυβερνά, ιδίως αρμοστής ή κυβερνήτης των νησιών και των πόλεων της Μ. Ασίας, που εστάλη ως διοικητής από τους Λακεδαιμόνιους κατά τη διάρκεια της εξουσίας τους, σε Θουκ., Ξεν.

Middle Liddell

ἁρμόζω
one who arranges or governs, esp. a harmost or governor of the islands and towns of Asia Minor, sent out by the Lacedaemonians during their supremacy, Thuc., Xen.

English (Woodhouse)

governor

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)

Mantoulidis Etymological

(=κυβερνήτης πού ἔστελνε ἡ Σπάρτη σέ μιά πόλη ὑπήκοό της). Παράγωγο τοῦ ἁρμόζω, ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα.

Wikipedia EL

Ο αρμοστής (αρχαία ελληνικά: ἁρμοστής) ήταν σπαρτιατικός όρος που χρησιμοποιήθηκε για τους στρατιωτικούς κυβερνήτες που εμφανίστηκαν μετά το τέλος του Πελοποννησιακού Πολέμου το 404 π.Χ, μετά από πρόταση του στρατηγού Λυσάνδρου για την εδραίωση της σπαρτιατικής ηγεμονίας. Στάλησαν σε υποτελείς πόλεις είτε για να τις κρατήσουν υποταγμένες, είτε για να διαλύσουν τη δημοκρατική κυβέρνηση είτε για να επαναφέρουν την ολιγαρχία.

Αν και σ' αρκετές περιπτώσεις στάλησαν για να απομακρύνουν την τυρρανική κυβέρνηση μιας πόλης και να αποκαταστήσουν την ελευθερία, κατηγορήθηκαν πως έπρατταν οι ίδιοι σαν τύρρανοι, ώστε ο γραμματικός του πρώτου αιώνα μ.Χ, Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς, ανέφερε πως η λέξη αρμοστής είναι συνώνυμο της λέξης βασιλιάς.

Στην Ανταλκίδειο ειρήνη, οι Λακεδαιμόνιοι ανέλαβαν την υποχρέωση να επαναφέρουν τις ελεύθερες κυβερνήσεις στις υποτελείς πόλεις τους, ωστόσο συνέχισαν να στέλνουν αρμοστές σ' αυτές. Ο Ξενοφών κατηγορεί τους Σπαρτιάτες για τον τρόπο κυβέρνησης των αρμοστών τους.

Παραμένει άγνωστο πόσο διαρκούσε η θητεία ενός αρμοστή - αν ληφθεί, όμως, υπόψη πως ο άρχοντας (παρόμοιο αξίωμα), ο οποίος είχε αναλάβει τη διοίκηση της Κύθηρας με τον τίτλο του Κυθηροδίκη έμεινε σ' αυτή τη θέση για μονάχα ένα έτος, είναι πιθανό πως η θητεία ενός αρμοστή είχε την ίδια διάρκεια.

Οι Θηβαίοι επίσης χρησιμοποίησαν αυτό τον όρο κατά τη διάρκεια της ηγεμονίας τους.

Wikipedia EN

Harmost (Greek: ἁρμοστής, "joiner" or "adaptor") was a Spartan term for a military governor. The Spartan general Lysander instituted several harmosts during the period of Spartan hegemony after the end of the Peloponnesian War in 404 BC. They were sent into their subject or conquered towns, partly to keep them in submission, and partly to abolish the democratic form of government, and establish oligarchies instead.

Although in many cases they were ostensibly sent for the purpose of abolishing the tyrannical government of a town and restoring freedom, they were accused of acting like kings or tyrants themselves, such that the first century AD grammarian Dionysius thought that harmost was merely another word for "king".

In the peace of Antalcidas the Lacedaemonians pledged to reestablish free governments in their subject towns, but they nevertheless continued to install harmosts in them. Even Xenophon, generally pro-Spartan, censured the Spartans for the manner in which they allowed their harmosts to govern.

It is uncertain how long the office of an harmost lasted; but considering that a governor of the same kind, who was appointed by the Lacedaemonians in Cythera, with the title of Cytherodikes, held his office only for one year, it is not improbable that the office of harmost was of the same duration.

The Thebans also used the term during the Theban hegemony.

There is an earlier use of the word in a scholium to Pindar's odes, but the meaning isn't explained. It's been proposed these were officials sent as overseers into the Perioci communities.

Wikipedia DE

Ein Harmost (griechisch ἁρμοστής harmostḗs) war ein spartanischer Befehlshaber zur Kontrolle und Besetzung bestimmter Gebiete. Harmosten wurden während und nach dem Peloponnesischen Krieg eingesetzt und erlangten infolge dieses Krieges ihre größte Bedeutung. Zur Wahrung der spartanischen Interessen eingesetzt, überwachten sie mit einer Garnison von Neodamoden, Verbündeten und Söldnern eroberte oder abgefallene Poleis. Durch die Möglichkeit, eigenmächtige Politik zu betreiben, war es möglich, dass Harmosten die Bevölkerung unterjochten und sich selbst bereicherten.

Wikipedia ES

El harmosta (griego antiguo ἁρμοστής/harmotês o harmostêr, literalmente conciliador) era el magistrado espartano encargado de gobernar las guarniciones establecidas en las polis donde tenía presencia la Liga del Peloponeso. Probablemente el empleo de la palabra harmosta sea más antiguo, y designaría a los funcionarios enviados a las ciudades periecas para asegurar su sumisión a Esparta.