σφαιρίον: Difference between revisions

From LSJ

Δρυὸς πεσούσης πᾶς ἀνὴρ ξυλεύεται → Quercu cadente, nemo ignatu abstinet → Fiel erst die Eiche, holt ein jeder Mann sich Holz

Menander, Monostichoi, 123
m (Text replacement - "<b class="num">(\d+)\)" to "<b class="num">$1")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
m (Text replacement - "(?s)({{elru\n\|elrutext.*}}\n)({{.*}}\n)({{pape.*}})" to "$3 $1$2")
Line 12: Line 12:
{{elnl
{{elnl
|elnltext=σφαιρίον -ου, τό, demin. van σφαῖρα, kleine bol.
|elnltext=σφαιρίον -ου, τό, demin. van σφαῖρα, kleine bol.
}}
{{pape
|ptext=τό, dim. von [[σφαῖρα]], Plat. <i>Ep</i>. II.312d; von den Atomen, Democr. bei Arist. <i>an</i>. 1.4; – <i>eine kugelförmige [[Marke]] mit [[Bezeichnung]] des [[darauf]] zu erhaltenden Geschenks</i>, DC. 61.18.
}}
}}
{{elru
{{elru
Line 21: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=το, ΜΑ [[σφαίρα]]<br />(υποκορ. του [[σφαίρα]]) μικρή [[σφαίρα]], [[σφαιρίδιο]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> ο [[κόκκος]] διαφόρων δένδρων («[[σφαιρία]] τὰ κυπαρίσσου», Ορειβ.)<br /><b>2.</b> το σφαιρικό [[σπέρμα]] του πλατάνου<br /><b>3.</b> το κυλινδρικό [[σπέρμα]] της λεύκας<br /><b>4.</b> [[μόριο]] ή [[άτομο]]<br /><b>5.</b> [[αντικείμενο]] στρογγυλού σχήματος με την [[προσαγωγή]] του οποίου αυτός που το έφερνε έπαιρνε ένα παρεμφερές [[δώρο]]<br /><b>6.</b> η [[άκρη]] της [[μύτης]]<br /><b>7.</b> [[χάπι]], καταπότιο<br /><b>8.</b> σφαιρικό ζαχαρωτό<br /><b>9.</b> [[είδος]] εμπλάστρου.
|mltxt=το, ΜΑ [[σφαίρα]]<br />(υποκορ. του [[σφαίρα]]) μικρή [[σφαίρα]], [[σφαιρίδιο]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> ο [[κόκκος]] διαφόρων δένδρων («[[σφαιρία]] τὰ κυπαρίσσου», Ορειβ.)<br /><b>2.</b> το σφαιρικό [[σπέρμα]] του πλατάνου<br /><b>3.</b> το κυλινδρικό [[σπέρμα]] της λεύκας<br /><b>4.</b> [[μόριο]] ή [[άτομο]]<br /><b>5.</b> [[αντικείμενο]] στρογγυλού σχήματος με την [[προσαγωγή]] του οποίου αυτός που το έφερνε έπαιρνε ένα παρεμφερές [[δώρο]]<br /><b>6.</b> η [[άκρη]] της [[μύτης]]<br /><b>7.</b> [[χάπι]], καταπότιο<br /><b>8.</b> σφαιρικό ζαχαρωτό<br /><b>9.</b> [[είδος]] εμπλάστρου.
}}
{{pape
|ptext=τό, dim. von [[σφαῖρα]], Plat. <i>Ep</i>. II.312d; von den Atomen, Democr. bei Arist. <i>an</i>. 1.4; – <i>eine kugelförmige [[Marke]] mit [[Bezeichnung]] des [[darauf]] zu erhaltenden Geschenks</i>, DC. 61.18.
}}
}}

Revision as of 12:40, 30 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σφαιρίον Medium diacritics: σφαιρίον Low diacritics: σφαιρίον Capitals: ΣΦΑΙΡΙΟΝ
Transliteration A: sphairíon Transliteration B: sphairion Transliteration C: sfairion Beta Code: sfairi/on

English (LSJ)

τό, Dim. of σφαῖρα, Pl.Ep.312d; A oak gall, Thphr.HP3.7.4; ivy-berry, Dsc.2.179; globular catkin of the πλάτανος, Id.1.79, Cleom.1.10 fin.; but, cylindrical catkin of λεύκη, Dsc.1.81. II molecule, atom, Democr. ap.Arist.de An.409a12. III round ball or token, entitling the bearer to a present specified upon it, D.C.61.18. IV the end of the nose, Poll.2.80, Heliod. ap. Orib.45.26.1, 48.32.3, Ruf.Onom.38, Sor. Fasc.11. V pill, Lycus ap.Orib.8.43.1, Archig.ib.8.46.16, Gp.7.13.2. VI sugar-plum, sweetmeat, POxy.920.9,11 (ii/iii A.D.). VII name of a plaster, Aët.15.36, Paul.Aeg.7.17. VIII dub. sens. in Inscr.Délos 1432 Bai 14 (ii B.C.).

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

σφαιρίον -ου, τό, demin. van σφαῖρα, kleine bol.

German (Pape)

τό, dim. von σφαῖρα, Plat. Ep. II.312d; von den Atomen, Democr. bei Arist. an. 1.4; – eine kugelförmige Marke mit Bezeichnung des darauf zu erhaltenden Geschenks, DC. 61.18.

Russian (Dvoretsky)

σφαιρίον: τό
1 небольшой шар Plat.;
2 молекула Democr. ap. Arst.

Greek (Liddell-Scott)

σφαιρίον: τό, ὡς τὸ σφαιρίδιον, ὑποκορ. τοῦ σφαῖρα, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 3. 7, 4, Πλάτ. Ἐπιστ. 312D· σφαῖρα ἄνθους, κόρυμβος, Διοσκ. 2. 213. ΙΙ. μόριον, ἄτομον, Δημόκρ. ἐν Ἀριστ. περὶ Ψυχῆς 1. 4, 19. ΙΙΙ. στρογγύλον τι σημεῖον δυνάμει τοῦ ὁποίου ὁ φέρων ἐλάμβανε δῶρόν τι ὁριζόμενον δι’ αὐτοῦ, Δίων Κ. 61. 18. IV. τὸ ἄκρον τῆς ῥινός, «τὸ δὲ ἀκρορρίνιον ὅλον σφαιρίον» Πολυδ. Β΄, 80, Ὀρειβάσ. ἔκδ. Mai σ. 59, 60, 100, 101.

Greek Monolingual

το, ΜΑ σφαίρα
(υποκορ. του σφαίρα) μικρή σφαίρα, σφαιρίδιο
αρχ.
1. ο κόκκος διαφόρων δένδρων («σφαιρία τὰ κυπαρίσσου», Ορειβ.)
2. το σφαιρικό σπέρμα του πλατάνου
3. το κυλινδρικό σπέρμα της λεύκας
4. μόριο ή άτομο
5. αντικείμενο στρογγυλού σχήματος με την προσαγωγή του οποίου αυτός που το έφερνε έπαιρνε ένα παρεμφερές δώρο
6. η άκρη της μύτης
7. χάπι, καταπότιο
8. σφαιρικό ζαχαρωτό
9. είδος εμπλάστρου.