καταστερίζω: Difference between revisions

m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=([\w\s]+)\.<br" to "btext=$1.<br"
(6_13a)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=([\w\s]+)\.<br" to "btext=$1.<br")
 
(7 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=καταστερίζω
|Medium diacritics=καταστερίζω
|Low diacritics=καταστερίζω
|Capitals=ΚΑΤΑΣΤΕΡΙΖΩ
|Transliteration A=katasterízō
|Transliteration B=katasterizō
|Transliteration C=katasterizo
|Beta Code=katasteri/zw
|Definition=[[place among the stars]], [στέφανον] Pherecyd. 148 J.; τὸν ἐν [[οὐρανῷ]] [[στέφανον]] κ. DS. 4.61, cf. Plu. 2.308a, Heph.Astr. 1.1; — Pass., DH. 1.61, Theo Sm. p. 130 H.<br><b class="num"></b>[[mark out]] a constellation, τὴν [[Πλειάδα]] δι' ἑπτὰ [[ἀστέρων]] [[καταστερίζομεν]] Ps.-Alex.Aphr. ''in Metaph.'' 832.34. ''pf. part. Pass.'', [[adorned with stars]], [[κατηστερισμένα]] ζῴδια Hipparch. 1.1.9, Gem. 1.4; κ. [[σφαῖραι]] Id. 5.65; [[ποτήριον]] Asclep. Myrl. ap. Ath. 11.489e.
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1381.png Seite 1381]] unter die Sterne versetzen, Schol. Il. 18, 486. 22, 29; ἐν οὐρανῷ D. Sic. 4, 61; αἱ νῦν ἐν οὐρανῷ κατηστερίσθαι λεγόμεναι D. Hal. 1, 61. – Mit Sternen schmücken, Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1381.png Seite 1381]] unter die Sterne versetzen, Schol. Il. 18, 486. 22, 29; ἐν οὐρανῷ D. Sic. 4, 61; αἱ νῦν ἐν οὐρανῷ κατηστερίσθαι λεγόμεναι D. Hal. 1, 61. – Mit Sternen schmücken, Sp.
}}
{{bailly
|btext=[[placer parmi les astres]].<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[ἀστερίζω]].
}}
{{elru
|elrutext='''καταστερίζω:''' [[помещать среди звезд]] (τινὰ ἐν οὐρανῷ Diod.; ἐν τιμῇ κατηστερισμένος Plut.).
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''καταστερίζω''': μέλλ. -ίσω, [[κατατάσσω]] μεταξὺ τῶν ἄστρων, ἐν οὐρανῷ κ. τινὰ Διόδ. 4, 61· ὁ [[Κρόνος]] πάντας κατηστέρισε Πλούτ. 2. 308Α· καὶ Παθ., θυγατέρες ἑπτὰ αἱ νῦν κατηστερίσθαι λεγόμεναι Διον. Ἁλ. 1. 61. ΙΙ. κοσμῶ δι’ ἀστέρων, τὴν σφαῖραν Πρόκλ.― Παθ., κατηστερισμένον [[ποτήριον]] Ἀθήν. 489Ε.
|lstext='''καταστερίζω''': μέλλ. -ίσω, [[κατατάσσω]] μεταξὺ τῶν ἄστρων, ἐν οὐρανῷ κ. τινὰ Διόδ. 4, 61· ὁ [[Κρόνος]] πάντας κατηστέρισε Πλούτ. 2. 308Α· καὶ Παθ., θυγατέρες ἑπτὰ αἱ νῦν κατηστερίσθαι λεγόμεναι Διον. Ἁλ. 1. 61. ΙΙ. κοσμῶ δι’ ἀστέρων, τὴν σφαῖραν Πρόκλ.― Παθ., κατηστερισμένον [[ποτήριον]] Ἀθήν. 489Ε.
}}
{{grml
|mltxt=(Α [[καταστερίζω]]) [[κατάστερος]]<br />[[τοποθετώ]] κάποιον ή [[κάτι]] [[μεταξύ]] τών αστέρων, [[κατατάσσω]] σε αστερισμό («ὁ [[Κρόνος]] πάντας κατηστέρησε», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[ορίζω]], [[σημειώνω]] κάποιον αστερισμό<br /><b>2.</b> [[στολίζω]] με αστέρια («κατηστερισμένα ζῴδια», Ίππαρχ.).
}}
}}