νουσολύτης: Difference between revisions

From LSJ

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\]" to "πρβλ. $2$4, $7$9]")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[νουσολύτης]] και [[νοσολύτης]], ὁ (Α)<br />αυτός που γιατρεύει, που απαλλάσσει από [[αρρώστια]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[νοῦσος]] / [[νόσος]] <span style="color: red;">+</span> -[[λύτης]] (<span style="color: red;"><</span> <i>λύω</i>), <b>πρβλ.</b> <i>χρησμο</i>-[[λύτης]], <i>ωδινο</i>-[[λύτης]]].
|mltxt=[[νουσολύτης]] και [[νοσολύτης]], ὁ (Α)<br />αυτός που γιατρεύει, που απαλλάσσει από [[αρρώστια]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[νοῦσος]] / [[νόσος]] <span style="color: red;">+</span> -[[λύτης]] (<span style="color: red;"><</span> <i>λύω</i>), [[πρβλ]]. [[χρησμολύτης]], [[ωδινολύτης]]].
}}
}}

Revision as of 16:40, 9 May 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νουσολύτης Medium diacritics: νουσολύτης Low diacritics: νουσολύτης Capitals: ΝΟΥΣΟΛΥΤΗΣ
Transliteration A: nousolýtēs Transliteration B: nousolytēs Transliteration C: nousolytis Beta Code: nousolu/ths

English (LSJ)

[ῠ], ου, ὁ, freeing from illness, Παιάν Epigr.Gr.1026.

Greek (Liddell-Scott)

νουσολύτης: [ῠ], -ου, ὁ, ὁ ἀπὸ νόσου ἀπαλλάτων, Παιάν Ἑλλην. Ἐπιγρ. 1026.

Greek Monolingual

νουσολύτης και νοσολύτης, ὁ (Α)
αυτός που γιατρεύει, που απαλλάσσει από αρρώστια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νοῦσος / νόσος + -λύτης (< λύω), πρβλ. χρησμολύτης, ωδινολύτης].