τετράγραμμος: Difference between revisions

From LSJ

Ξένον ἀδικήσῃς μηδέποτε καιρὸν λαβών → Occasione laedito nulla hospitem → Tu keinem Fremden Unrecht trotz Gelegenheit

Menander, Monostichoi, 397
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4]")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, ΜΑ<br /><b>μσν.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ τετράγραμμον</i><br />τα [[τέσσερα]] εβραϊκά σύμφωνα (YHWH) που συμβολίζουν το προσωπικό όνομα του θεού τών Ισραηλιτών Γιαχβέ, αλλ. τετραγράμματον<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που αποτελείται από [[τέσσερα]] γράμματα, [[τετραγράμματος]]<br /><b>2.</b> <b>πιθ.</b> [[τετράγωνος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τετρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>γραμμος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[γράμμα]]), <b>πρβλ.</b> <i>ὁμό</i>-<i>γραμμος</i>].
|mltxt=-ον, ΜΑ<br /><b>μσν.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ τετράγραμμον</i><br />τα [[τέσσερα]] εβραϊκά σύμφωνα (YHWH) που συμβολίζουν το προσωπικό όνομα του θεού τών Ισραηλιτών Γιαχβέ, αλλ. τετραγράμματον<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που αποτελείται από [[τέσσερα]] γράμματα, [[τετραγράμματος]]<br /><b>2.</b> <b>πιθ.</b> [[τετράγωνος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τετρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>γραμμος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[γράμμα]]), [[πρβλ]]. [[ὁμόγραμμος]]].
}}
}}

Revision as of 11:45, 10 May 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τετράγραμμος Medium diacritics: τετράγραμμος Low diacritics: τετράγραμμος Capitals: ΤΕΤΡΑΓΡΑΜΜΟΣ
Transliteration A: tetrágrammos Transliteration B: tetragrammos Transliteration C: tetragrammos Beta Code: tetra/grammos

English (LSJ)

ον, perhaps = τετράγωνος, ὑποβώμιον Inscr. gr.et lat. de la Syrie i 153 (Cyrrhus).

German (Pape)

[Seite 1097] mit od. von vier Linien, Sp.

Greek Monolingual

-ον, ΜΑ
μσν.
το ουδ. ως ουσ. τὸ τετράγραμμον
τα τέσσερα εβραϊκά σύμφωνα (YHWH) που συμβολίζουν το προσωπικό όνομα του θεού τών Ισραηλιτών Γιαχβέ, αλλ. τετραγράμματον
αρχ.
1. αυτός που αποτελείται από τέσσερα γράμματα, τετραγράμματος
2. πιθ. τετράγωνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + -γραμμος (< γράμμα), πρβλ. ὁμόγραμμος].