βιβλιοφόρος: Difference between revisions

From LSJ

ἡμέραν δ' ἐξ ἡμέρας ῥίπτεις κυβεύων τὸν πρὸς Ἀργείους Ἀρη → day after day you cast your dice in war against the Argives, day by day you make your throw adventuring war against the Argives

Source
(1b)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)( [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0444.png Seite 444]] ὁ, Bücher, Briefe tragend, Pol. 4, 22 u. Sp., s. [[βιβλιαφόρος]].
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0444.png Seite 444]] ὁ, Bücher, Briefe tragend, Pol. 4, 22 u. Sp., s. [[βιβλιαφόρος]].
}}
{{elru
|elrutext='''βιβλιοφόρος:''' v. l. [[βιβλιαφόρος]] ὁ [[письмоносец или гонец]] Polyb.
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 7: Line 10:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[βιβλιοφόρος]] και [[βιβλιαφόρος]], ο (Α)<br />ο γραμματοκομιστής.
|mltxt=[[βιβλιοφόρος]] και [[βιβλιαφόρος]], ο (Α)<br />ο γραμματοκομιστής.
}}
{{elru
|elrutext='''βιβλιοφόρος:''' v. l. [[βιβλιαφόρος]] ὁ письмоносец или гонец Polyb.
}}
}}

Latest revision as of 08:45, 11 May 2023

German (Pape)

[Seite 444] ὁ, Bücher, Briefe tragend, Pol. 4, 22 u. Sp., s. βιβλιαφόρος.

Russian (Dvoretsky)

βιβλιοφόρος: v. l. βιβλιαφόροςписьмоносец или гонец Polyb.

Greek (Liddell-Scott)

βιβλιοφόρος: -ον, ὁ φέρων ἐπιστολάς, γραμματοκομιστής, Λατ. tabellarius, Πολυβ. Ἀποσπ. 38.

Greek Monolingual

βιβλιοφόρος και βιβλιαφόρος, ο (Α)
ο γραμματοκομιστής.