τυλιγάδι: Difference between revisions
From LSJ
(42) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=το, Ν<br /><b>1.</b> [[εργαλείο]] αποτελούμενο από ξύλινη διχαλωτή στο ένα της [[άκρο]] ράβδο, η οποία στο [[άλλο]] [[άκρο]] έχει μικρό κάθετο πάσσαλο και [[γύρω]] από την οποία τυλίγουν οι υφάντριες το [[νήμα]] και το κάνουν κούκλες, δέσμες<br /><b>2.</b> [[είδος]] παρασιτικού σκουληκιού της [[ελιάς]]<br /><b>3.</b> <b>(ποιητ.)</b> [[πάπυρος]] τυλιγμένος σε κύλινδρο («κρατάν και σφίγουν τυλιγάδια και βιβλία», Παλαμ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τυλίγω]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>άδι</i> ( | |mltxt=το, Ν<br /><b>1.</b> [[εργαλείο]] αποτελούμενο από ξύλινη διχαλωτή στο ένα της [[άκρο]] ράβδο, η οποία στο [[άλλο]] [[άκρο]] έχει μικρό κάθετο πάσσαλο και [[γύρω]] από την οποία τυλίγουν οι υφάντριες το [[νήμα]] και το κάνουν κούκλες, δέσμες<br /><b>2.</b> [[είδος]] παρασιτικού σκουληκιού της [[ελιάς]]<br /><b>3.</b> <b>(ποιητ.)</b> [[πάπυρος]] τυλιγμένος σε κύλινδρο («κρατάν και σφίγουν τυλιγάδια και βιβλία», Παλαμ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τυλίγω]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>άδι</i> ([[πρβλ]]. [[ψεγάδι]])]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 16:37, 11 May 2023
Greek Monolingual
το, Ν
1. εργαλείο αποτελούμενο από ξύλινη διχαλωτή στο ένα της άκρο ράβδο, η οποία στο άλλο άκρο έχει μικρό κάθετο πάσσαλο και γύρω από την οποία τυλίγουν οι υφάντριες το νήμα και το κάνουν κούκλες, δέσμες
2. είδος παρασιτικού σκουληκιού της ελιάς
3. (ποιητ.) πάπυρος τυλιγμένος σε κύλινδρο («κρατάν και σφίγουν τυλιγάδια και βιβλία», Παλαμ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < τυλίγω + κατάλ. -άδι (πρβλ. ψεγάδι)].