ὄντα: Difference between revisions

From LSJ

ἐὰν ᾖ τῳ θανάτου τετιμημένον → if sentence of death has been passed upon one

Source
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+), ([\w]+), ([\w]+)<\/b>" to "$1, $2, $3")
m (LSJ1 replacement)
 
(10 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=onta
|Transliteration C=onta
|Beta Code=o)/nta
|Beta Code=o)/nta
|Definition=τά, neut. pl. part. of <b class="b3">εἰμί</b> <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">(sum), the things which actually exist, the present</b>, opp. the past and future, <span class="bibl">E.<span class="title">Hel.</span>14</span> ; butalso, </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">2</span> [[reality]], [[truth]], opp. that which is not, <span class="bibl">Pl.<span class="title">Sph.</span>263d</span> ; [[actual objects]], σκιὰς τῶν ὄντων <span class="bibl">Id.<span class="title">R.</span>532c</span>, etc. ; v. [[εἰμί]]. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> [[that which one has]], [[property]], [[fortune]] (cf. [[οὐσία]]), <span class="bibl">D.18.102</span>.</span>
|Definition=τά, neut. pl. part. of [[εἰμί]]<br><span class="bld">A</span> [[(sum)]], [[the things which actually exist]], [[the present]], opp. [[the past and future]], E.''Hel.''14; butalso,<br><span class="bld">2</span> [[reality]], [[truth]], opp. [[that which is not]], Pl.''Sph.''263d; [[actual objects]], σκιὰς τῶν ὄντων Id.''R.''532c, etc.; v. [[εἰμί]].<br><span class="bld">II</span> [[that which one has]], [[property]], [[fortune]] (cf. [[οὐσία]]), D.18.102.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0350.png Seite 350]] τά, part. praes. von [[εἰμί]], w. m. s., das, was ist, sowohl das Gegenwärtige im Ggstz des Vergangenen u. Zukünftigen, als auch das, was wirklich ist, im Ggstz des Gedachten, das Wirkliche; auch das Vermögen, Hab und Gut, z. B. Dem. 18, 102.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0350.png Seite 350]] τά, part. praes. von [[εἰμί]], w. m. s., das, was ist, sowohl das Gegenwärtige im <span class="ggns">Gegensatz</span> des Vergangenen u. Zukünftigen, als auch das, was wirklich ist, im <span class="ggns">Gegensatz</span> des Gedachten, das Wirkliche; auch das Vermögen, Hab und Gut, z. B. Dem. 18, 102.
}}
{{bailly
|btext=ων ([[τά]]) :<br />v. [[εἰμί]].
}}
{{elru
|elrutext='''ὄντα:''' τά [pl. к ὄν III] подлинно сущее, истинное бытие Plat.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ὄντα''': τά, πληθ. οὐδ. μετοχ. τοῦ [[εἰμὶ]] (sum) πράγματα ὑπάρχοντα, παρόντα, κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὰ παρελθόντα καὶ τὰ μέλλοντα· ἀλλὰ καὶ, 2) τὰ [[ὄντως]] ὑπάρχοντα, ἡ [[ἀλήθεια]] κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὰ μὴ [[ὄντα]], σκιὰς τῶν ὄντων Πλάτ. Πολ. 532C, κτλ. ἴδε ἐν λέξ. εἰμί. ΙΙ. ὅ,τι ἔχει τις, [[περιουσία]], ὡς τὸ ἡ [[οὐσία]], Δη. 260. 12.
|lstext='''ὄντα''': τά, πληθ. οὐδ. μετοχ. τοῦ [[εἰμὶ]] (sum) πράγματα ὑπάρχοντα, παρόντα, κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὰ παρελθόντα καὶ τὰ μέλλοντα· ἀλλὰ καὶ, 2) τὰ [[ὄντως]] ὑπάρχοντα, ἡ [[ἀλήθεια]] κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὰ μὴ [[ὄντα]], σκιὰς τῶν ὄντων Πλάτ. Πολ. 532C, κτλ. ἴδε ἐν λέξ. εἰμί. ΙΙ. ὅ,τι ἔχει τις, [[περιουσία]], ὡς τὸ ἡ [[οὐσία]], Δη. 260. 12.
}}
{{bailly
|btext=ων ([[τά]]) :<br />v. [[εἰμί]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὄντα:''' τά, πληθ. μτχ. ουδ. του [[εἰμί]] ([[sum]])·<br /><b class="num">I.</b> τα πράγματα που υπάρχουν [[τώρα]], τα παρόντα, σε αντίθ. προς τα παρελθόντα και τα μέλλοντα· [[αλλά]] επίσης, [[πραγματικότητα]], [[αλήθεια]], ύπαρξη, σε αντίθ. προς ό,τι δεν είναι υπαρκτό, σε Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> όσα έχει στην [[κατοχή]] του [[κάποιος]], [[περιουσία]], όπως το [[οὐσία]], σε Δημ.
|lsmtext='''ὄντα:''' τά, πληθ. μτχ. ουδ. του [[εἰμί]] ([[sum]])·<br /><b class="num">I.</b> τα πράγματα που υπάρχουν [[τώρα]], τα παρόντα, σε αντίθ. προς τα παρελθόντα και τα μέλλοντα· [[αλλά]] επίσης, [[πραγματικότητα]], [[αλήθεια]], ύπαρξη, σε αντίθ. προς ό,τι δεν είναι υπαρκτό, σε Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> όσα έχει στην [[κατοχή]] του [[κάποιος]], [[περιουσία]], όπως το [[οὐσία]], σε Δημ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὄντα:''' τά [pl. к ὄν III] подлинно сущее, истинное бытие Plat.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[ὄντα]], ων, τά, [pl. [[part]]. neut. of εἰμι (sum)]<br /><b class="num">I.</b> existing things, the [[present]], opp. to the [[past]] and [[future]]; but also, [[reality]], [[truth]], opp. to that [[which]] is not, Plat.<br /><b class="num">II.</b> that [[which]] one has, [[property]], like [[οὐσία]], Dem.
|mdlsjtxt=[[ὄντα]], ων, τά, [pl. [[part]]. neut. of εἰμι (sum)]<br /><b class="num">I.</b> existing things, the [[present]], opp. to the [[past]] and [[future]]; but also, [[reality]], [[truth]], opp. to that [[which]] is not, Plat.<br /><b class="num">II.</b> that [[which]] one has, [[property]], like [[οὐσία]], Dem.
}}
}}

Latest revision as of 10:27, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὄντα Medium diacritics: ὄντα Low diacritics: όντα Capitals: ΟΝΤΑ
Transliteration A: ónta Transliteration B: onta Transliteration C: onta Beta Code: o)/nta

English (LSJ)

τά, neut. pl. part. of εἰμί
A (sum), the things which actually exist, the present, opp. the past and future, E.Hel.14; butalso,
2 reality, truth, opp. that which is not, Pl.Sph.263d; actual objects, σκιὰς τῶν ὄντων Id.R.532c, etc.; v. εἰμί.
II that which one has, property, fortune (cf. οὐσία), D.18.102.

German (Pape)

[Seite 350] τά, part. praes. von εἰμί, w. m. s., das, was ist, sowohl das Gegenwärtige im Gegensatz des Vergangenen u. Zukünftigen, als auch das, was wirklich ist, im Gegensatz des Gedachten, das Wirkliche; auch das Vermögen, Hab und Gut, z. B. Dem. 18, 102.

French (Bailly abrégé)

ων (τά) :
v. εἰμί.

Russian (Dvoretsky)

ὄντα: τά [pl. к ὄν III] подлинно сущее, истинное бытие Plat.

Greek (Liddell-Scott)

ὄντα: τά, πληθ. οὐδ. μετοχ. τοῦ εἰμὶ (sum) πράγματα ὑπάρχοντα, παρόντα, κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὰ παρελθόντα καὶ τὰ μέλλοντα· ἀλλὰ καὶ, 2) τὰ ὄντως ὑπάρχοντα, ἡ ἀλήθεια κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὰ μὴ ὄντα, σκιὰς τῶν ὄντων Πλάτ. Πολ. 532C, κτλ. ἴδε ἐν λέξ. εἰμί. ΙΙ. ὅ,τι ἔχει τις, περιουσία, ὡς τὸ ἡ οὐσία, Δη. 260. 12.

Greek Monotonic

ὄντα: τά, πληθ. μτχ. ουδ. του εἰμί (sum
I. τα πράγματα που υπάρχουν τώρα, τα παρόντα, σε αντίθ. προς τα παρελθόντα και τα μέλλοντα· αλλά επίσης, πραγματικότητα, αλήθεια, ύπαρξη, σε αντίθ. προς ό,τι δεν είναι υπαρκτό, σε Πλάτ.
II. όσα έχει στην κατοχή του κάποιος, περιουσία, όπως το οὐσία, σε Δημ.

Middle Liddell

ὄντα, ων, τά, [pl. part. neut. of εἰμι (sum)]
I. existing things, the present, opp. to the past and future; but also, reality, truth, opp. to that which is not, Plat.
II. that which one has, property, like οὐσία, Dem.