πεντάχορδος: Difference between revisions
λύπης ἰατρός ἐστιν ἀνθρώποις λόγος → for men reason cures grief, for men reason is a healer of grief, a physician for grief is to people a word, pain's healer is a word to man, logos is a healer of man's anguish, talking through one's grief is therapeutic
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(5 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=pentachordos | |Transliteration C=pentachordos | ||
|Beta Code=penta/xordos | |Beta Code=penta/xordos | ||
|Definition= | |Definition=πεντάχορδον, [[five-stringed]], ([[μάγαδις]]) Ath.14.637a: [[πεντάχορδον]], τό, a [[five-stringed instrument]], Poll.4.60; <b class="b3">π. συστήματα</b> scales [[of five notes]], Theo Sm.p.49 H. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-η, -ο / [[πεντάχορδος]], -ον, ΝΜΑ<br /><b>1.</b> (για μουσικά όργανα) αυτός που έχει [[πέντε]] χορδές<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το πεντάχορδο</i><br />αρχαίο ελληνικό μουσικό όργανο σκυθικής προέλευσης με [[πέντε]] χορδές το οποίο παιζόταν με [[πλήκτρο]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «πεντάχορδο μουσικό [[σύστημα]]» ή, [[απλώς]], «πεντάχορδο» — [[σύστημα]] [[πέντε]] φθόγγων, βασισμένο στο [[σύμφωνο]] [[διάστημα]] της πέμπτης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πεντα</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>χορδος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[χορδή]]), | |mltxt=-η, -ο / [[πεντάχορδος]], -ον, ΝΜΑ<br /><b>1.</b> (για μουσικά όργανα) αυτός που έχει [[πέντε]] χορδές<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το πεντάχορδο</i><br />αρχαίο ελληνικό μουσικό όργανο σκυθικής προέλευσης με [[πέντε]] χορδές το οποίο παιζόταν με [[πλήκτρο]]<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «πεντάχορδο μουσικό [[σύστημα]]» ή, [[απλώς]], «πεντάχορδο» — [[σύστημα]] [[πέντε]] φθόγγων, βασισμένο στο [[σύμφωνο]] [[διάστημα]] της πέμπτης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πεντα</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>χορδος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[χορδή]]), [[πρβλ]]. [[εξάχορδος]]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 10:55, 25 August 2023
English (LSJ)
πεντάχορδον, five-stringed, (μάγαδις) Ath.14.637a: πεντάχορδον, τό, a five-stringed instrument, Poll.4.60; π. συστήματα scales of five notes, Theo Sm.p.49 H.
German (Pape)
[Seite 557] fünfsaitig, Ath. XIV, 637 a.
Greek (Liddell-Scott)
πεντάχορδος: -ον, ὁ ἔχων πέντε χορδάς, Ἀθήν. 637Α, Πολυδ. Δ΄, 60.
Greek Monolingual
-η, -ο / πεντάχορδος, -ον, ΝΜΑ
1. (για μουσικά όργανα) αυτός που έχει πέντε χορδές
2. το ουδ. ως ουσ. το πεντάχορδο
αρχαίο ελληνικό μουσικό όργανο σκυθικής προέλευσης με πέντε χορδές το οποίο παιζόταν με πλήκτρο
3. φρ. «πεντάχορδο μουσικό σύστημα» ή, απλώς, «πεντάχορδο» — σύστημα πέντε φθόγγων, βασισμένο στο σύμφωνο διάστημα της πέμπτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα- + -χορδος (< χορδή), πρβλ. εξάχορδος].