ἑτεροφωνία: Difference between revisions
ἀλλ' ἐπὶ καὶ θανάτῳ φάρμακον κάλλιστον ἑᾶς ἀρετᾶς ἅλιξιν εὑρέσθαι σὺν ἄλλοις → even at the price of death, the fairest way to win his own exploits together with his other companions | but even at the risk of death would find the finest elixir of excellence together with his other companions | but to find, together with other young men, the finest remedy — the remedy of one's own valor — even at the risk of death
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=eterofonia | |Transliteration C=eterofonia | ||
|Beta Code=e(terofwni/a | |Beta Code=e(terofwni/a | ||
|Definition=ἡ, [[diversity of note]], ἑ. καὶ ποικιλία τῆς λύρας | |Definition=ἡ, [[diversity of note]], ἑ. καὶ ποικιλία τῆς λύρας Pl.''Lg.''812d; <b class="b3">περὶ ἑτεροφωνίας τῶν ὁμογενῶν</b>, title of work, [[Theophrastus]] ''Fragmenta'' 181. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 11:02, 25 August 2023
English (LSJ)
ἡ, diversity of note, ἑ. καὶ ποικιλία τῆς λύρας Pl.Lg.812d; περὶ ἑτεροφωνίας τῶν ὁμογενῶν, title of work, Theophrastus Fragmenta 181.
German (Pape)
[Seite 1051] ἡ, Verschiedenheit des Tons, der Stimme, καὶ ποικιλία τῆς λύρας Plat. Legg. VII, 812 d. Nach Ath. IX, 390 a schrieb Theophr. ein Buch περὶ ἑτεροφωνίας τῶν ὁμογενῶν.
Russian (Dvoretsky)
ἑτεροφωνία: ἡ разнозвучие, иногласие (τῆς λύρας Plat.).
Greek (Liddell-Scott)
ἑτεροφωνία: ἡ, διαφορὰ φωνῆς ἤ τόνου, Πλάτ. Νόμ. 812D· ὁ Θεόφρ. ἔγραψε περὶ ἑτεροφωνίας τῶν ὁμογενῶν Ἀθήν. 390Α.
Greek Monolingual
η (Α ἑτεροφωνία)
η διαφορά τόνου, ήχου, φωνής
νεοελλ.
1. το να μιλά κάποιος διαφορετική γλώσσα, η αλλοφωνία
2. ιατρ. ανώμαλη φωνή, παθολογικός φωνητικός διχασμός μερικών ατόμων που εκφέρουν φωνή συγχρόνως σε δύο τόνους
3. μουσ. αυτοσχεδιαστικός τύπος πολυφωνίας που συνίσταται στην ταυτόχρονη χρήση ελαφρά τροποποιημένων παραλλαγών της ίδιας μελωδίας από δύο ή περισσότερους εκτελεστές, π.χ. έναν τραγουδιστή και έναν οργανοπαίκτη
αρχ.
τίτλος έργου του Θεοφράστου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. heterophony < hetero- (πρβλ. ετερο-) + -phony (πρβλ. φωνή)].