ἐξαιμάτωσις: Difference between revisions

From LSJ

ὅσον ἀπὸ τοῦ ἱεροῦ ἐφεωρᾶτο τῆς νήσου → as much of the island as was in view from the temple

Source
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")
m (LSJ1 replacement)
 
(7 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=eksaimatosis
|Transliteration C=eksaimatosis
|Beta Code=e)caima/twsis
|Beta Code=e)caima/twsis
|Definition=εως, ἡ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[conversion into blood]], of food, ibid., <span class="bibl">Alex.Aphr.<span class="title">Pr.</span>2.63</span>, Gal. 11.139.</span>
|Definition=-εως, ἡ, [[conversion into blood]], of food, ibid., Alex.Aphr.''Pr.''2.63, Gal. 11.139.
}}
{{DGE
|dgtxt=-εως, ἡ<br />fisiol. [[conversión en sangre]] de los alimentos, como una de las funciones del hígado γεννᾶσθαι ... ἐν ἥπατι κατὰ τὴν ἐξαιμάτωσιν ἀνάλογον τῇ κατὰ τὸν οἶνον τρυγί Gal.11.139, τῶν εἰσφερομένων (e.d., de los alimentos) τὴν ἐξαιμάτωσιν ὑπὸ ἥπατος γείνεσθαι <i>PMich</i>.149.4.21 (II d.C.), cf. Ph.2.244, M.Ant.4.21, [[ἀποτυχία]] τῆς ἐξαιματώσεως Paul.Aeg.3.48.1, cf. 6.40.1, πρὸς τὴν ἐξαιμάτωσιν τῷ δεξιῷ ... μέρει (τοῦ ἥπατος) Ps.Caes.154.2, cf. Alex.Aphr.<i>Pr</i>.1.118, Steph.<i>in Hp.Aph</i>.1.174.4, c. gen. πρὸς τὴν τῶν ὑγρῶν ἐξαιμάτωσιν Gr.Nyss.<i>Hom.Opif</i>.308.1.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0863.png Seite 863]] ἡ, Verwandlung in Blut, Galen.; Verwundung, Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0863.png Seite 863]] ἡ, Verwandlung in Blut, Galen.; Verwundung, Sp.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br />[[action de convertir en sang]].<br />'''Étymologie:''' [[ἐξ]], [[αἱματόω]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐξαιμάτωσις''': -εως, ἡ, ἡ εἰς [[αἷμα]] μεταβολὴ τῆς τροφῆς, διὰ τὰς ἐξαιματώσεις Μ. Ἀντων. 4. 21, Γαλην. 19. 373, Ἀλέξ. Ἀφρ. Προβλ. 72, 34, κλ.
|lstext='''ἐξαιμάτωσις''': -εως, ἡ, ἡ εἰς [[αἷμα]] μεταβολὴ τῆς τροφῆς, διὰ τὰς ἐξαιματώσεις Μ. Ἀντων. 4. 21, Γαλην. 19. 373, Ἀλέξ. Ἀφρ. Προβλ. 72, 34, κλ.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br />action de convertir en sang.<br />'''Étymologie:''' [[ἐξ]], [[αἱματόω]].
}}
{{DGE
|dgtxt=-εως, ἡ<br />fisiol. [[conversión en sangre]] de los alimentos, como una de las funciones del hígado γεννᾶσθαι ... ἐν ἥπατι κατὰ τὴν ἐξαιμάτωσιν ἀνάλογον τῇ κατὰ τὸν οἶνον τρυγί Gal.11.139, τῶν εἰσφερομένων (e.d., de los alimentos) τὴν ἐξαιμάτωσιν ὑπὸ ἥπατος γείνεσθαι <i>PMich</i>.149.4.21 (II d.C.), cf. Ph.2.244, M.Ant.4.21, [[ἀποτυχία]] τῆς ἐξαιματώσεως Paul.Aeg.3.48.1, cf. 6.40.1, πρὸς τὴν ἐξαιμάτωσιν τῷ δεξιῷ ... μέρει (τοῦ ἥπατος) Ps.Caes.154.2, cf. Alex.Aphr.<i>Pr</i>.1.118, Steph.<i>in Hp.Aph</i>.1.174.4, c. gen. πρὸς τὴν τῶν ὑγρῶν ἐξαιμάτωσιν Gr.Nyss.<i>Hom.Opif</i>.308.1.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐξαιμάτωσις]], η (Α) [[εξαιματώ]]<br />(για [[τροφή]]) η [[μετατροπή]] σε [[αίμα]] («ἐν ἥπατι [[κατά]] τήν έξαιμάτωσιν», <b>Γαλ.</b>).
|mltxt=[[ἐξαιμάτωσις]], η (Α) [[εξαιματώ]]<br />(για [[τροφή]]) η [[μετατροπή]] σε [[αίμα]] («ἐν ἥπατι [[κατά]] τήν έξαιμάτωσιν», <b>Γαλ.</b>).
}}
}}

Latest revision as of 11:34, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐξαιμᾰτωσις Medium diacritics: ἐξαιμάτωσις Low diacritics: εξαιμάτωσις Capitals: ΕΞΑΙΜΑΤΩΣΙΣ
Transliteration A: exaimátōsis Transliteration B: exaimatōsis Transliteration C: eksaimatosis Beta Code: e)caima/twsis

English (LSJ)

-εως, ἡ, conversion into blood, of food, ibid., Alex.Aphr.Pr.2.63, Gal. 11.139.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
fisiol. conversión en sangre de los alimentos, como una de las funciones del hígado γεννᾶσθαι ... ἐν ἥπατι κατὰ τὴν ἐξαιμάτωσιν ἀνάλογον τῇ κατὰ τὸν οἶνον τρυγί Gal.11.139, τῶν εἰσφερομένων (e.d., de los alimentos) τὴν ἐξαιμάτωσιν ὑπὸ ἥπατος γείνεσθαι PMich.149.4.21 (II d.C.), cf. Ph.2.244, M.Ant.4.21, ἀποτυχία τῆς ἐξαιματώσεως Paul.Aeg.3.48.1, cf. 6.40.1, πρὸς τὴν ἐξαιμάτωσιν τῷ δεξιῷ ... μέρει (τοῦ ἥπατος) Ps.Caes.154.2, cf. Alex.Aphr.Pr.1.118, Steph.in Hp.Aph.1.174.4, c. gen. πρὸς τὴν τῶν ὑγρῶν ἐξαιμάτωσιν Gr.Nyss.Hom.Opif.308.1.

German (Pape)

[Seite 863] ἡ, Verwandlung in Blut, Galen.; Verwundung, Sp.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
action de convertir en sang.
Étymologie: ἐξ, αἱματόω.

Greek (Liddell-Scott)

ἐξαιμάτωσις: -εως, ἡ, ἡ εἰς αἷμα μεταβολὴ τῆς τροφῆς, διὰ τὰς ἐξαιματώσεις Μ. Ἀντων. 4. 21, Γαλην. 19. 373, Ἀλέξ. Ἀφρ. Προβλ. 72, 34, κλ.

Greek Monolingual

ἐξαιμάτωσις, η (Α) εξαιματώ
(για τροφή) η μετατροπή σε αίμα («ἐν ἥπατι κατά τήν έξαιμάτωσιν», Γαλ.).