περιεργασία: Difference between revisions

From LSJ

οὔπω Ζεὺς αὐχένα λοξὸν ἔχειZeus has not yet turned his neck aside

Source
m (pape replacement)
m (LSJ1 replacement)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=periergasia
|Transliteration C=periergasia
|Beta Code=periergasi/a
|Beta Code=periergasi/a
|Definition=ἡ, = [[περιεργία]] 1.1, Longin.3.4: pl., <span class="bibl">Aristid. <span class="title">Rh.</span>2p.535S.</span>
|Definition=ἡ, = [[περιεργία]] 1.1, Longin.3.4: pl., Aristid. ''Rh.''2p.535S.
}}
}}
{{ls
{{ls

Revision as of 11:54, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιεργᾰσία Medium diacritics: περιεργασία Low diacritics: περιεργασία Capitals: ΠΕΡΙΕΡΓΑΣΙΑ
Transliteration A: periergasía Transliteration B: periergasia Transliteration C: periergasia Beta Code: periergasi/a

English (LSJ)

ἡ, = περιεργία 1.1, Longin.3.4: pl., Aristid. Rh.2p.535S.

Greek (Liddell-Scott)

περιεργᾰσία: ἡ, = περιεργία Λογγῖν. 3. 4. ΙΙ. μέριμνα, θλῖψις, Achmes Ὀνειροκρ. 231.

Greek Monolingual

ἡ, ΜΑ περιεργάζομαι
1. μάταιη, ανώφελη περιέργεια
2. απασχόληση με ανώφελα και ασήμαντα πράγματα
μσν.
1. ενασχόληση με τη μαγεία
2. μέριμνα, θλίψη.

German (Pape)

ἡ, = περιεργεία, Longin.