σακκίας: Difference between revisions
From LSJ
Ἱκανῶς βιώσεις γηροβοσκῶν τοὺς γονεῖς → Senes parentes qui fovet, vivet diu → Hinlänglich lebst du, wenn du greise Eltern pflegst
m (LSJ1 replacement) |
|||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=sakkias | |Transliteration C=sakkias | ||
|Beta Code=sakki/as | |Beta Code=sakki/as | ||
|Definition=(or σακίας) [[οἶνος]], [[strained]] wine, | |Definition=(or [[σακίας]]) [[οἶνος]], [[strained]] wine, Poll.6.18. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Latest revision as of 12:12, 25 August 2023
English (LSJ)
(or σακίας) οἶνος, strained wine, Poll.6.18.
German (Pape)
[Seite 858] ὁ, οἶνος, durchgeschlagener, durchgeseihter Wein, Eupolis. bei Poll. 6, 18.
Greek (Liddell-Scott)
σακκίας: (ἢ σακίας) οἶνος, οἶνος στραγγιζόμενος, «σακκίας δὲ ὁ διυλισμένος καὶ σακτὸς παρ’ Εὐπόλιδι» Πολυδ. Ϛ΄, 18.
Greek Monolingual
ὁ, Α
(ενν. οἶνος) (κατά τον Πολύδ.) «ὁ διυλισμένος καὶ σακτὸς οἶνος παρ' Εὐπόλιδι».
[ΕΤΥΜΟΛ. < σάκ(κ)ος + επίθημα -ίας (πρβλ. σαπρίας)].