ὀσφυαλγία: Difference between revisions
From LSJ
Menander, fragment 761
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=osfyalgia | |Transliteration C=osfyalgia | ||
|Beta Code=o)sfualgi/a | |Beta Code=o)sfualgi/a | ||
|Definition=Ion. | |Definition=Ion. [[ὀσφυαλγίη]], ἡ, [[lumbago]], ib.606. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Latest revision as of 12:28, 25 August 2023
English (LSJ)
Ion. ὀσφυαλγίη, ἡ, lumbago, ib.606.
German (Pape)
[Seite 401] ἡ, Hüftschmerz, Hippocr.
Greek Monolingual
η (Α ὀσφυαλγία, ιων. τ. ὀσφυαλγίη) οσφυαλγής
πόνος στην οσφυϊκή χώρα, που μπορεί να ακτινοβολεί προς διάφορες κατευθύνσεις και ιδίως προς το ισχιακό νεύρο και ο οποίος οφείλεται σε μυοσκελετικές παθήσεις της σπονδυλικής στήλης ή σε νόσους του ουροποιογενετικού συστήματος.