ὀσφυαλγία: Difference between revisions

From LSJ

τίς τὸν πλανήτην Οἰδίπουν καθ' ἡμέραν τὴν νῦν σπανιστοῖς δέξεται δωρήμασιν → who on this day shall receive Oedipus the wanderer with scanty gifts

Source
(a)
m (LSJ1 replacement)
 
(5 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=osfyalgia
|Transliteration C=osfyalgia
|Beta Code=o)sfualgi/a
|Beta Code=o)sfualgi/a
|Definition=Ion. <b class="b3">-ιη</b>, ἡ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">lumbago</b>, ib.<span class="bibl">606</span>.</span>
|Definition=Ion. [[ὀσφυαλγίη]], ἡ, [[lumbago]], ib.606.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0401.png Seite 401]] ἡ, Hüftschmerz, Hippocr.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0401.png Seite 401]] ἡ, Hüftschmerz, Hippocr.
}}
{{grml
|mltxt=η (Α [[ὀσφυαλγία]], ιων. τ. ὀσφυαλγίη) [[οσφυαλγής]]<br />[[πόνος]] στην οσφυϊκή [[χώρα]], που μπορεί να ακτινοβολεί [[προς]] διάφορες κατευθύνσεις και [[ιδίως]] [[προς]] το ισχιακό [[νεύρο]] και ο [[οποίος]] οφείλεται σε μυοσκελετικές παθήσεις της σπονδυλικής στήλης ή σε νόσους του ουροποιογενετικού συστήματος.
}}
}}

Latest revision as of 12:28, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀσφῠαλγία Medium diacritics: ὀσφυαλγία Low diacritics: οσφυαλγία Capitals: ΟΣΦΥΑΛΓΙΑ
Transliteration A: osphyalgía Transliteration B: osphyalgia Transliteration C: osfyalgia Beta Code: o)sfualgi/a

English (LSJ)

Ion. ὀσφυαλγίη, ἡ, lumbago, ib.606.

German (Pape)

[Seite 401] ἡ, Hüftschmerz, Hippocr.

Greek Monolingual

η (Α ὀσφυαλγία, ιων. τ. ὀσφυαλγίη) οσφυαλγής
πόνος στην οσφυϊκή χώρα, που μπορεί να ακτινοβολεί προς διάφορες κατευθύνσεις και ιδίως προς το ισχιακό νεύρο και ο οποίος οφείλεται σε μυοσκελετικές παθήσεις της σπονδυλικής στήλης ή σε νόσους του ουροποιογενετικού συστήματος.