φωνασκία: Difference between revisions
Γυνὴ τὸ σύνολόν ἐστι δαπανηρὸν φύσει → Natura fecit sumptuosas feminas → Es ist die Frau durchaus kostspielig von Natur
(45) |
m (Text replacement - "Uebung" to "Übung") |
||
(14 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=fonaskia | |Transliteration C=fonaskia | ||
|Beta Code=fwnaski/a | |Beta Code=fwnaski/a | ||
|Definition=ἡ, | |Definition=ἡ, [[practice of the voice]], [[declamation]], D.18.280, [[Theophrastus|Thphr.]] ''[[Historia Plantarum|HP]]'' 9.9.2 (pl.), Phld.''Acad.Ind.'' p.4 M., Sor.1.23 (pl.), Aret.''CD''2.6. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1322.png Seite 1322]] ή, | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1322.png Seite 1322]] ή, Übung der Stimme, Stimmfertigkeit, λόγων ἐπίδειξίν τινα καὶ φωνασκίας βουλόμενος ποιήσασθαι Dem. 18, 280; Übung im Singen, Theophr. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ας (ἡ) :<br />action de s'exercer au chant <i>ou</i> à la déclamation, soin qu'on prend de sa voix en suivant un régime convenable.<br />'''Étymologie:''' [[φωνασκός]]. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''φωνασκία:''' ἡ [[упражнение голосовых средств]], [[развитие голоса]] Dem. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''φωνασκία''': ἡ, ἄσκησις, τῆς φωνῆς, ἄσκησις εἰς ἀπαγγελίαν, Δημ. 319, 9, Θεοφρ. περὶ Φυτ. Ἱστ. 9. 9, 2. | |lstext='''φωνασκία''': ἡ, ἄσκησις, τῆς φωνῆς, ἄσκησις εἰς ἀπαγγελίαν, Δημ. 319, 9, Θεοφρ. περὶ Φυτ. Ἱστ. 9. 9, 2. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η, ΝΜΑ [[φωνασκῶ]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />πολύ δυνατή [[φωνή]] ή [[συζήτηση]] με [[οξεία]] και διαπεραστική [[φωνή]]<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />η [[τέχνη]] άσκησης της φωνής στην [[απαγγελία]] ή στο [[τραγούδι]]. | |mltxt=η, ΝΜΑ [[φωνασκῶ]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />πολύ δυνατή [[φωνή]] ή [[συζήτηση]] με [[οξεία]] και διαπεραστική [[φωνή]]<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />η [[τέχνη]] άσκησης της φωνής στην [[απαγγελία]] ή στο [[τραγούδι]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''φωνασκία:''' ἡ, [[άσκηση]] της φωνής, [[απαγγελία]], σε Δημ. | |||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[[φωνασκία]], ἡ,<br />[[practice]] of the [[voice]], [[declamation]], Dem. | |||
}} | |||
{{WoodhouseReversedUncategorized | |||
|woodrun=[[training of the voice]], [[voice production]] | |||
}} | }} |
Latest revision as of 05:36, 26 September 2023
English (LSJ)
ἡ, practice of the voice, declamation, D.18.280, Thphr. HP 9.9.2 (pl.), Phld.Acad.Ind. p.4 M., Sor.1.23 (pl.), Aret.CD2.6.
German (Pape)
[Seite 1322] ή, Übung der Stimme, Stimmfertigkeit, λόγων ἐπίδειξίν τινα καὶ φωνασκίας βουλόμενος ποιήσασθαι Dem. 18, 280; Übung im Singen, Theophr.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
action de s'exercer au chant ou à la déclamation, soin qu'on prend de sa voix en suivant un régime convenable.
Étymologie: φωνασκός.
Russian (Dvoretsky)
φωνασκία: ἡ упражнение голосовых средств, развитие голоса Dem.
Greek (Liddell-Scott)
φωνασκία: ἡ, ἄσκησις, τῆς φωνῆς, ἄσκησις εἰς ἀπαγγελίαν, Δημ. 319, 9, Θεοφρ. περὶ Φυτ. Ἱστ. 9. 9, 2.
Greek Monolingual
η, ΝΜΑ φωνασκῶ
νεοελλ.
πολύ δυνατή φωνή ή συζήτηση με οξεία και διαπεραστική φωνή
μσν.-αρχ.
η τέχνη άσκησης της φωνής στην απαγγελία ή στο τραγούδι.
Greek Monotonic
φωνασκία: ἡ, άσκηση της φωνής, απαγγελία, σε Δημ.
Middle Liddell
φωνασκία, ἡ,
practice of the voice, declamation, Dem.