εἰκονοστάσιον: Difference between revisions

From LSJ

Τὸ κέρδος ἡγοῦ κέρδος, ἂν δίκαιον ᾖ → Lucrum esse lucrum crede, si iustum est lucrumGewinn sei dir Gewinn, wenn er auf Recht beruht

Menander, Monostichoi, 503
m (LSJ1 replacement)
mNo edit summary
Line 12: Line 12:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ου, τό<br />[[iconostasio]], especie de [[capilla con imágenes o iconos]] εἰκονοστάσια μικρὰ ξύλινα Anon.<i>in Rh</i>.78.2.
|dgtxt=-ου, τό<br />[[iconostasio]], especie de [[capilla con imágenes o iconos]] εἰκονοστάσια μικρὰ ξύλινα Anon.<i>in Rh</i>.78.2.
}}
{{grml
|mltxt=[[εικονοστάσιο]] και [[εικονοστάσι]], το (AM [[εἰκονοστάσιον]])<br /><b>1.</b> το [[μέρος]] του σπιτιού όπου τοποθετούνται οι άγιες εικόνες<br /><b>2.</b> το [[διάφραγμα]], το [[χώρισμα]] [[μεταξύ]] του [[κυρίως]] ναού και του Αγίου Βήματος, στολισμένο με τον καθιερωμένο τύπο εικόνων<br /><b>νεοελλ.</b><br />μικρό [[κτίσμα]] στο ύπαιθρο όπου τοποθετείται [[εικόνα]] ή εικόνες<br /><b>αρχ.</b><br />ο [[χώρος]] στον οποίο τοποθετούνται τα λατρευτικά αγάλματα.
}}
}}

Revision as of 10:44, 10 November 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εἰκονοστάσιον Medium diacritics: εἰκονοστάσιον Low diacritics: εικονοστάσιον Capitals: ΕΙΚΟΝΟΣΤΑΣΙΟΝ
Transliteration A: eikonostásion Transliteration B: eikonostasion Transliteration C: eikonostasion Beta Code: ei)konosta/sion

English (LSJ)

[ᾰ], τό, shrine, Anon.in Rh.78.2.

Spanish (DGE)

-ου, τό
iconostasio, especie de capilla con imágenes o iconos εἰκονοστάσια μικρὰ ξύλινα Anon.in Rh.78.2.

Greek Monolingual

εικονοστάσιο και εικονοστάσι, το (AM εἰκονοστάσιον)
1. το μέρος του σπιτιού όπου τοποθετούνται οι άγιες εικόνες
2. το διάφραγμα, το χώρισμα μεταξύ του κυρίως ναού και του Αγίου Βήματος, στολισμένο με τον καθιερωμένο τύπο εικόνων
νεοελλ.
μικρό κτίσμα στο ύπαιθρο όπου τοποθετείται εικόνα ή εικόνες
αρχ.
ο χώρος στον οποίο τοποθετούνται τα λατρευτικά αγάλματα.