διατύπωση: Difference between revisions

From LSJ
m (Text replacement - "οῡνται" to "οῦνται")
m (Text replacement - "<b>συνήθως στον πληθ.</b>" to "<b>συνήθως στον πληθ.</b>")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (AM -ις) [[διατυπώ]]<br />[[έκφραση]] διανοήματος<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br /><b>[[συνήθως]] στον πληθ.</b> <i>διατυπώσεις</i><br />τυπικές πράξεις που τηρούνται υποχρεωτικά για να ενισχύσουν το [[κύρος]] επιδιωκόμενου σκοπού («τελωνειακές διατυπώσεις»)<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[σχηματισμός]], [[διαμόρφωση]] («[[ὅταν]] δὲ ἐκ τῶν σκωλήκων εἰς διατύπωσιν ἔλθωσιν, καλοῦνται μὲν νύμφαι [[τότε]]»)<br /><b>2.</b> [[σύστημα]], [[μέθοδος]] («[[διατύπωσις]] μηχανικῶν», Ήρών.)<br /><b>3.</b> όψη, [[σχήμα]] [[μορφή]]<br /><b>4.</b> [[διάθεση]] περιουσίας με [[διαθήκη]], [[διαθήκη]] («τὴν διατύπωσιν πάντων τούτων τῶν ἀγαθῶν ἔγραψε, και [[μάρτυρας]] ἀνατέθηκε»)<br /><b>5.</b> [[διάταξη]], [[κανονισμός]], νομοθετική [[ρύθμιση]] («τὰς κανονικὰς διατυπώσεις τῶν κοινοβίων»)<br /><b>6.</b> [[σημασία]], [[έννοια]] («ἕτοιμον ὑποδέξασθαι τῇ καρδίᾳ τὰς ἐκ τῆς θείας διδασκαλίας ἐγγινομένας διατυπώσεις»)<br /><b>7.</b> [[σκοπός]], [[σχέδιο]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> ζωντανή [[περιγραφή]]<br /><b>2.</b> [[καθορισμός]], [[βεβαίωση]] φόρων.
|mltxt=η (AM -ις) [[διατυπώ]]<br />[[έκφραση]] διανοήματος<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br /><b>συνήθως στον πληθ.</b> <i>διατυπώσεις</i><br />τυπικές πράξεις που τηρούνται υποχρεωτικά για να ενισχύσουν το [[κύρος]] επιδιωκόμενου σκοπού («τελωνειακές διατυπώσεις»)<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[σχηματισμός]], [[διαμόρφωση]] («[[ὅταν]] δὲ ἐκ τῶν σκωλήκων εἰς διατύπωσιν ἔλθωσιν, καλοῦνται μὲν νύμφαι [[τότε]]»)<br /><b>2.</b> [[σύστημα]], [[μέθοδος]] («[[διατύπωσις]] μηχανικῶν», Ήρών.)<br /><b>3.</b> όψη, [[σχήμα]] [[μορφή]]<br /><b>4.</b> [[διάθεση]] περιουσίας με [[διαθήκη]], [[διαθήκη]] («τὴν διατύπωσιν πάντων τούτων τῶν ἀγαθῶν ἔγραψε, και [[μάρτυρας]] ἀνατέθηκε»)<br /><b>5.</b> [[διάταξη]], [[κανονισμός]], νομοθετική [[ρύθμιση]] («τὰς κανονικὰς διατυπώσεις τῶν κοινοβίων»)<br /><b>6.</b> [[σημασία]], [[έννοια]] («ἕτοιμον ὑποδέξασθαι τῇ καρδίᾳ τὰς ἐκ τῆς θείας διδασκαλίας ἐγγινομένας διατυπώσεις»)<br /><b>7.</b> [[σκοπός]], [[σχέδιο]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> ζωντανή [[περιγραφή]]<br /><b>2.</b> [[καθορισμός]], [[βεβαίωση]] φόρων.
}}
}}

Latest revision as of 14:37, 21 March 2024

Greek Monolingual

η (AM -ις) διατυπώ
έκφραση διανοήματος
νεοελλ.-μσν.
συνήθως στον πληθ. διατυπώσεις
τυπικές πράξεις που τηρούνται υποχρεωτικά για να ενισχύσουν το κύρος επιδιωκόμενου σκοπού («τελωνειακές διατυπώσεις»)
μσν.-αρχ.
1. σχηματισμός, διαμόρφωσηὅταν δὲ ἐκ τῶν σκωλήκων εἰς διατύπωσιν ἔλθωσιν, καλοῦνται μὲν νύμφαι τότε»)
2. σύστημα, μέθοδοςδιατύπωσις μηχανικῶν», Ήρών.)
3. όψη, σχήμα μορφή
4. διάθεση περιουσίας με διαθήκη, διαθήκη («τὴν διατύπωσιν πάντων τούτων τῶν ἀγαθῶν ἔγραψε, και μάρτυρας ἀνατέθηκε»)
5. διάταξη, κανονισμός, νομοθετική ρύθμιση («τὰς κανονικὰς διατυπώσεις τῶν κοινοβίων»)
6. σημασία, έννοια («ἕτοιμον ὑποδέξασθαι τῇ καρδίᾳ τὰς ἐκ τῆς θείας διδασκαλίας ἐγγινομένας διατυπώσεις»)
7. σκοπός, σχέδιο
αρχ.
1. ζωντανή περιγραφή
2. καθορισμός, βεβαίωση φόρων.