τεφρώδης: Difference between revisions

From LSJ

Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας, καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος → Christ is risen from the dead, trampling down death by death, and upon those in the tombs bestowing life

Source
(4b)
m (Text replacement - "Theophrastus" to "Thphr.")
 
(12 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=tefrodis
|Transliteration C=tefrodis
|Beta Code=tefrw/dhs
|Beta Code=tefrw/dhs
|Definition=ες, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">like ashes</b>, <span class="bibl">Thphr.<span class="title">Ign.</span>39</span>, <span class="bibl">Babr.85.14</span>, <span class="bibl">Plu.<span class="title">Them.</span>8</span>; τ. γῆ <span class="bibl">Str.16.2.44</span>.</span>
|Definition=τεφρῶδες, [[like ashes]], [[Theophrastus|Thphr.]] ''Ign.''39, Babr.85.14, Plu.''Them.''8; τ. γῆ Str.16.2.44.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1102.png Seite 1102]] ες, zsgzgn statt [[τεφροειδής]], Plut. Them. 8, öfter.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1102.png Seite 1102]] ες, zsgzgn statt [[τεφροειδής]], Plut. Them. 8, öfter.
}}
{{bailly
|btext=ης, ες:<br />[[qui ressemble à la cendre]], [[cendré]].<br />'''Étymologie:''' [[τέφρα]], -ωδης.
}}
{{elru
|elrutext='''τεφρώδης:''' [[похожий на пепел]], [[пепельный]] (γῆ Plut.).
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''τεφρώδης''': -ες, συνῃρ. ἀντὶ [[τεφροειδής]], Βαβρ. 85. 14, Πλουτ. Θεμιστ. 8.
|lstext='''τεφρώδης''': -ες, συνῃρ. ἀντὶ [[τεφροειδής]], Βαβρ. 85. 14, Πλουτ. Θεμιστ. 8.
}}
{{bailly
|btext=ης, ες :<br />qui ressemble à la cendre, cendré.<br />'''Étymologie:''' [[τέφρα]], -ωδης.
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''τεφρώδης:''' -ες ([[εἶδος]]), σε Βάβρ., Πλούτ.
|lsmtext='''τεφρώδης:''' -ες ([[εἶδος]]), σε Βάβρ., Πλούτ.
}}
}}
{{elru
{{mdlsj
|elrutext='''τεφρώδης:''' похожий на пепел, пепельный (γῆ Plut.).
|mdlsjtxt=τεφρ-ώδης, ες [[εἶδος]] = [[τεφρός]], Babr., Plut.]
}}
}}

Latest revision as of 07:39, 2 November 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τεφρώδης Medium diacritics: τεφρώδης Low diacritics: τεφρώδης Capitals: ΤΕΦΡΩΔΗΣ
Transliteration A: tephrṓdēs Transliteration B: tephrōdēs Transliteration C: tefrodis Beta Code: tefrw/dhs

English (LSJ)

τεφρῶδες, like ashes, Thphr. Ign.39, Babr.85.14, Plu.Them.8; τ. γῆ Str.16.2.44.

German (Pape)

[Seite 1102] ες, zsgzgn statt τεφροειδής, Plut. Them. 8, öfter.

French (Bailly abrégé)

ης, ες:
qui ressemble à la cendre, cendré.
Étymologie: τέφρα, -ωδης.

Russian (Dvoretsky)

τεφρώδης: похожий на пепел, пепельный (γῆ Plut.).

Greek (Liddell-Scott)

τεφρώδης: -ες, συνῃρ. ἀντὶ τεφροειδής, Βαβρ. 85. 14, Πλουτ. Θεμιστ. 8.

Greek Monolingual

-ες / τεφρώδης, -ῶδες, ΝΑ τέφρα
αυτός που μοιάζει κατά το χρώμα με την τέφρα, σταχτής
νεοελλ.
1. γεμάτος τέφρα
2. φρ. «τεφρώδες φως»
αστρον. το αμυδρό φως που φωτίζει το στραμμένο προς τη Γη τμήμα του σκοτεινού ημισφαιρίου της Σελήνης, κοντά στη φάση της Νέας Σελήνης, καθιστώντας εύκολα ορατό ολόκληρο τον σεληνιακό δίσκο.

Greek Monotonic

τεφρώδης: -ες (εἶδος), σε Βάβρ., Πλούτ.

Middle Liddell

τεφρ-ώδης, ες εἶδος = τεφρός, Babr., Plut.]