νεκρόφρων: Difference between revisions
From LSJ
Καιροσκόπει (Καιρῷ σκόπει) τὰ πράγματ', ἄνπερ νοῦν ἔχῃς → Sanus es? Negotiorum observes tempora → Zur rechten Zeit tu alles, hast du nur Vernunft
(6_19) |
(No difference)
|
Revision as of 09:49, 5 August 2017
Greek (Liddell-Scott)
νεκρόφρων: -ονος, ὁ φρονῶν νεκρά, θνητά, Γρηγ. Ναζ. τ. 2, σ. 290C.