προσυλλογίζομαι: Difference between revisions

From LSJ

Εὐδαίμονες οἷσι κακῶν ἄγευστος αἰών → Blessed are those whose lives have no taste of suffering

Sophocles, Antigone, 583
(c1)
(6_5)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0784.png Seite 784]] med., sich eines [[προσυλλογισμός]] bedienen, Arist. top. 8, 1.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0784.png Seite 784]] med., sich eines [[προσυλλογισμός]] bedienen, Arist. top. 8, 1.
}}
{{ls
|lstext='''προσυλλογίζομαι''': ἀπολ., [[συμπεραίνω]] διὰ προσυλλογισμοῦ. (πρβλ. τὸ ἑπόμ.), Ἀριστ. Ἀναλυτ. Πρότ. 2. 19, 2, Τοπ. 8. 1, 6· ῥηματ. ἐπίθ. προσυλλογιστέον, πρέπει τις νὰ καμῃ προσυλλογισμόν, [[αὐτόθι]] 6. 10, 4.
}}
}}

Revision as of 10:47, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προσυλλογίζομαι Medium diacritics: προσυλλογίζομαι Low diacritics: προσυλλογίζομαι Capitals: ΠΡΟΣΥΛΛΟΓΙΖΟΜΑΙ
Transliteration A: prosyllogízomai Transliteration B: prosyllogizomai Transliteration C: prosyllogizomai Beta Code: prosullogi/zomai

English (LSJ)

   A conclude by a prosyllogism. (cf. sq.), v. προσυλλογισμός Arist. APr.66a35, Top.156a7.

German (Pape)

[Seite 784] med., sich eines προσυλλογισμός bedienen, Arist. top. 8, 1.

Greek (Liddell-Scott)

προσυλλογίζομαι: ἀπολ., συμπεραίνω διὰ προσυλλογισμοῦ. (πρβλ. τὸ ἑπόμ.), Ἀριστ. Ἀναλυτ. Πρότ. 2. 19, 2, Τοπ. 8. 1, 6· ῥηματ. ἐπίθ. προσυλλογιστέον, πρέπει τις νὰ καμῃ προσυλλογισμόν, αὐτόθι 6. 10, 4.