Revision as of 11:04, 5 August 2017
Greek (Liddell-Scott)
ἁρπαστόν: τὸ, εἶδος μικροῦ σφαιρίου ἐν χρήσει ἐν τῇ ἐν σφαίρᾳ πεδιᾷ, Λατ. harpastum, Ἀθήν. 15Α, Ἀρτεμίδ. 1. 57· ὁ ὑποκορ. τύπος, ἁρπάστιον, ἐν Ἀρρ. Ἐπικτ. 2. 5, 19· ἴδε Hemst. εἰς Ἀριστοφ. Πλ. σ. 282.