Τεγεάτης: Difference between revisions
From LSJ
Ἐλεεινότατόν μοι φαίνετ' ἀτυχία φίλου → Miseria amici mihi suprema est miseria → Am meisten Mitleid, scheint's, heischt eines Freundes Leid
(6_3) |
(No difference)
|
Revision as of 11:20, 5 August 2017
Greek (Liddell-Scott)
Τεγεάτης: [ᾱ], Ἰων. -ήτης, ὁ, ὁ ἐκ Τεγέας, κάτοικος Τεγέας, Ἡρόδ. κλπ.· ἀκολούθως (ὡς παιδιὰ ἐν λόγοις), ὁ ἐκ πορνείου ἢ εἰς πορνεῖον ἀνήκων (ἴδε τέγος ΙΙΙ), παρὰ Διογ. Λ. 6. 61· θηλ. Τεγεᾶτις, ιδος, ἡ χώρα τῶν Τεγεατῶν, Θουκ. 5. 65. ― Ἐπίθετ., Τεγεᾱτικός, Ἰων. -ητικός, ή, όν, Ἡρόδ. 8. 124.