ἐπιγουνίδιος: Difference between revisions
From LSJ
τότε λαλήσει πρὸς αὐτοὺς ἐν ὀργῇ αὐτοῦ καὶ ἐν τῷ θυμῷ αὐτοῦ ταράξει αὐτούς → then shall he speak to them in his anger, and trouble them in his fury
(b) |
(6_15) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0933.png Seite 933]] auf den Knieen, κατθηκάμενος Pind. P. 9, 62. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0933.png Seite 933]] auf den Knieen, κατθηκάμενος Pind. P. 9, 62. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἐπιγουνίδιος''': -ον, (γόνυ) ὁ ἐπὶ τοῦ γόνατος, ταὶ δ’ (αἱ Ὧραι καὶ ἡ Γῆ) ἐπιγουνίδιον κατθηκάμεναι [[βρέφος]] αὑταῖς, [[νέκταρ]] ἐν χείλεσσι καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι, «αἱ δὲ Ὧραι καὶ ἡ Γῆ ἐπὶ τοῖς ἑαυτῶν γόνασι θεῖσαι τὸν Ἀρισταῖον καὶ θαυμάσασαι τὸ [[βρέφος]] ἐνστάξουσι τοῖς χείλεσι [[νέκταρ]] καὶ ἀμβροσίαν» (Σχόλ.), Πινδ. Π. 9. 107. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:36, 5 August 2017
English (LSJ)
[ῐδ], ον,
A upon the knee, βρέφος ἐ. κατθηκάμενος Pi.P.9.62.
German (Pape)
[Seite 933] auf den Knieen, κατθηκάμενος Pind. P. 9, 62.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπιγουνίδιος: -ον, (γόνυ) ὁ ἐπὶ τοῦ γόνατος, ταὶ δ’ (αἱ Ὧραι καὶ ἡ Γῆ) ἐπιγουνίδιον κατθηκάμεναι βρέφος αὑταῖς, νέκταρ ἐν χείλεσσι καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι, «αἱ δὲ Ὧραι καὶ ἡ Γῆ ἐπὶ τοῖς ἑαυτῶν γόνασι θεῖσαι τὸν Ἀρισταῖον καὶ θαυμάσασαι τὸ βρέφος ἐνστάξουσι τοῖς χείλεσι νέκταρ καὶ ἀμβροσίαν» (Σχόλ.), Πινδ. Π. 9. 107.