ἐκφράζω: Difference between revisions
τὸ πεπρωμένον γὰρ οὐ μόνον βροτοῖς ἄφευκτόν ἐστιν, ἀλλὰ καὶ τὸν οὐρανόν ἔχουσι → fate is unavoidable not only for mortals, but also for those who hold the heavens
(6_6) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐκφράζω''': ἐκθέτω ἀκριβῶς, διηγοῦμαι λεπτομερῶς, [[περιγράφω]], Αἰσχύλ. Πρ. 950, Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 1119˙ δηλῶ, [[ἐκφαίνω]], τινὰ ὀνόματί τινι Πλούτ. 2. 24Α. | |lstext='''ἐκφράζω''': ἐκθέτω ἀκριβῶς, διηγοῦμαι λεπτομερῶς, [[περιγράφω]], Αἰσχύλ. Πρ. 950, Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 1119˙ δηλῶ, [[ἐκφαίνω]], τινὰ ὀνόματί τινι Πλούτ. 2. 24Α. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<b>1</b> expliquer tout au long, exposer en détail;<br /><b>2</b> désigner.<br />'''Étymologie:''' [[ἐκ]], [[φράζω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:24, 9 August 2017
English (LSJ)
A tell over, recount, A.Pr.950, dub. l. in E.HF1119; denote, δύναμιν τοῖς τῶν θεῶν ὀνόμασιν Plu.2.24a. II describe, Hermog. Prog.10, Id.2.4, Men.Rh.p.373 S.:—Pass., TheonProg.2. 2 express ornately, τὸ ἐ. τὰ γέλοια ὅμοιόν ἐστι καὶ καλλωπίζειν πίθηκον Demetr.Eloc.165.
German (Pape)
[Seite 786] genau erzählen, beschreiben; αὔθ' ἕκαστα Aesch. Prom. 952; Eur. Herc. Fur. 1119; Plut.
Greek (Liddell-Scott)
ἐκφράζω: ἐκθέτω ἀκριβῶς, διηγοῦμαι λεπτομερῶς, περιγράφω, Αἰσχύλ. Πρ. 950, Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 1119˙ δηλῶ, ἐκφαίνω, τινὰ ὀνόματί τινι Πλούτ. 2. 24Α.
French (Bailly abrégé)
1 expliquer tout au long, exposer en détail;
2 désigner.
Étymologie: ἐκ, φράζω.