ἀγριέλαιος: Difference between revisions
Περὶ τοῦ ἐπέκεινα τοῦ νοῦ κατὰ μὲν νόησιν πολλὰ λέγεται, θεωρεῖται δὲ ἀνοησίᾳ κρείττονι νοήσεως → On the subject of that which is beyond intellect, many statements are made on the basis of intellection, but it may be immediately cognised only by means of a non-intellection superior to intellection
(6_16) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀγριέλαιος''': -ον, ἐπὶ τῆς ἀγρίας ἐλαίας, Ἀνθ. Π. 9. 237. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ., = [[ἀγριελαία]], Θεόκρ. 7. 18, Θεόφρ. Ἱ. Φ, 2. 3, 5, Ἐπιστ. π. Ῥωμ. ια΄, 17. - Περὶ μεταγενεστέρων τοιούτων τύπων, ὡς ἀγριο-[[βάλανος]], κτλ., ἴδε Λοβ. Φρύν. 382. | |lstext='''ἀγριέλαιος''': -ον, ἐπὶ τῆς ἀγρίας ἐλαίας, Ἀνθ. Π. 9. 237. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ., = [[ἀγριελαία]], Θεόκρ. 7. 18, Θεόφρ. Ἱ. Φ, 2. 3, 5, Ἐπιστ. π. Ῥωμ. ια΄, 17. - Περὶ μεταγενεστέρων τοιούτων τύπων, ὡς ἀγριο-[[βάλανος]], κτλ., ἴδε Λοβ. Φρύν. 382. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br />d’olivier sauvage ; <i>subst.</i> ἡ [[ἀγριέλαιος]] olivier sauvage, oléastre.<br />'''Étymologie:''' [[ἄγριος]], [[ἐλαία]].<br /><i><b>Ant.</b></i> [[καλλιέλαιος]].<br /><i><b>Syn.</b></i> [[ἔλαιος]], [[κότινος]], [[πυρκαϊά]], [[φυλία]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:28, 9 August 2017
English (LSJ)
ον, = foreg.,
A σκυτάλη AP9.237 (Erycius). II as Subst., = ἀγριελαία, Theoc. 7.18, Thphr.HP2.2.5, Ep.Rom.11.17, etc.
German (Pape)
[Seite 23] ἡ, wilder Oelbaum, Theocr. 7, 18. 25, 21; Theophr. – Auch adj., σκυτάλη, vom wilden Oelbaum, Eryc. 4 (IX, 237).
Greek (Liddell-Scott)
ἀγριέλαιος: -ον, ἐπὶ τῆς ἀγρίας ἐλαίας, Ἀνθ. Π. 9. 237. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ., = ἀγριελαία, Θεόκρ. 7. 18, Θεόφρ. Ἱ. Φ, 2. 3, 5, Ἐπιστ. π. Ῥωμ. ια΄, 17. - Περὶ μεταγενεστέρων τοιούτων τύπων, ὡς ἀγριο-βάλανος, κτλ., ἴδε Λοβ. Φρύν. 382.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
d’olivier sauvage ; subst. ἡ ἀγριέλαιος olivier sauvage, oléastre.
Étymologie: ἄγριος, ἐλαία.
Ant. καλλιέλαιος.
Syn. ἔλαιος, κότινος, πυρκαϊά, φυλία.