ἁλουργίς: Difference between revisions

From LSJ

ἁλῶν δὲ φόρτος ἔνθεν ἦλθεν, ἔνθ' ἔβη → light come, light go | easy come, easy go

Source
(6_12)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἁλουργίς''': -ίδος, ἡ, πορφυρᾶ [[ἐσθής]], Ἀριστοφ. Ἱππ. 967, Συλλ. Ἐπιγρ. 155. 58, κτλ. ΙΙ. ὡς ἐπίθ., ἐσθὴς [[ἁλουργίς]], Λουκ. Πλοῖον ἢ Εὐχαὶ 22· ἀλλ’ [[ἴσως]] πρέπει νὰ διορθωθῇ [[ἁλουργής]], ὡς ἐν εἰκόσι τοῦ [[αὐτοῦ]] 11.
|lstext='''ἁλουργίς''': -ίδος, ἡ, πορφυρᾶ [[ἐσθής]], Ἀριστοφ. Ἱππ. 967, Συλλ. Ἐπιγρ. 155. 58, κτλ. ΙΙ. ὡς ἐπίθ., ἐσθὴς [[ἁλουργίς]], Λουκ. Πλοῖον ἢ Εὐχαὶ 22· ἀλλ’ [[ἴσως]] πρέπει νὰ διορθωθῇ [[ἁλουργής]], ὡς ἐν εἰκόσι τοῦ [[αὐτοῦ]] 11.
}}
{{bailly
|btext=ίδος (ἡ) :<br /><i>s.e.</i> [[ἐσθής]];<br />robe de pourpre.<br />'''Étymologie:''' fém. de [[ἁλουργής]].
}}
}}

Revision as of 19:40, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἁλουργίς Medium diacritics: ἁλουργίς Low diacritics: αλουργίς Capitals: ΑΛΟΥΡΓΙΣ
Transliteration A: halourgís Transliteration B: halourgis Transliteration C: alourgis Beta Code: a(lourgi/s

English (LSJ)

ίδος, ἡ,

   A purple robe, Ar.Eq.967, IG2.754, Chamaeleon ap.Ath.9.374a.    II as Adj., ἐσθὴς ἁ. f. l. in Luc.Nav.22.

German (Pape)

[Seite 109] ίδος, ἡ, mit Meerpurpur gefärbtes, ächtes Purpurkleid, Ar. Equ. 962; Ant. Sid. 83 (VII, 218); Plut. Rom. 14 u. sonst.

Greek (Liddell-Scott)

ἁλουργίς: -ίδος, ἡ, πορφυρᾶ ἐσθής, Ἀριστοφ. Ἱππ. 967, Συλλ. Ἐπιγρ. 155. 58, κτλ. ΙΙ. ὡς ἐπίθ., ἐσθὴς ἁλουργίς, Λουκ. Πλοῖον ἢ Εὐχαὶ 22· ἀλλ’ ἴσως πρέπει νὰ διορθωθῇ ἁλουργής, ὡς ἐν εἰκόσι τοῦ αὐτοῦ 11.

French (Bailly abrégé)

ίδος (ἡ) :
s.e. ἐσθής;
robe de pourpre.
Étymologie: fém. de ἁλουργής.