σβέσις: Difference between revisions

From LSJ

αὐτόχειρες οὔτε τῶν ἀγαθῶν οὔτε τῶν κακῶν γίγνονται τῶν συμβαινόντων αὐτοῖς → for not with their own hands do they deal out the blessings and curses that befall us

Source
(6_11)
(Bailly1_4)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''σβέσις''': ἡ, τὸ κατασβεννύναι, [[κατάσβεσις]] ἢ (ἐκ τοῦ παθητ.) «σβήσιμον», τὸ κατασβέννυσθαι, πυρὸς [[μάρανσις]] καὶ [[σβέσις]] Ἀριστ. π. Ἀναπν. 8, 4· [[σβέσις]] καὶ φθορὰ Πλούτ. Λύσ. 8· πρβλ. Ἰουβεν. 5, 1· τὸ ἀντίθετον τῷ [[διάλαμψις]], ὁ αὐτ. ἐν Μετεωρ. 2. 9, 19.
|lstext='''σβέσις''': ἡ, τὸ κατασβεννύναι, [[κατάσβεσις]] ἢ (ἐκ τοῦ παθητ.) «σβήσιμον», τὸ κατασβέννυσθαι, πυρὸς [[μάρανσις]] καὶ [[σβέσις]] Ἀριστ. π. Ἀναπν. 8, 4· [[σβέσις]] καὶ φθορὰ Πλούτ. Λύσ. 8· πρβλ. Ἰουβεν. 5, 1· τὸ ἀντίθετον τῷ [[διάλαμψις]], ὁ αὐτ. ἐν Μετεωρ. 2. 9, 19.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br />extinction.<br />'''Étymologie:''' [[σβέννυμι]].
}}
}}

Revision as of 19:45, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σβέσις Medium diacritics: σβέσις Low diacritics: σβέσις Capitals: ΣΒΕΣΙΣ
Transliteration A: sbésis Transliteration B: sbesis Transliteration C: svesis Beta Code: sbe/sis

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A quenching, putting out, or (from Pass.) extinction, πυρὸς σ. καὶ μάρανσις Arist.Resp.474b14, cf. Juv.469b23, Thphr.Ign. 60, D.H.2.67; opp. διάλαμψις, Arist.Mete.370a24; κατὰ τὴν σ. while cooling, Dsc.1.100.    II metaph., cancellation, δίκης PLond.5.1708.248 (vi A.D.).

Greek (Liddell-Scott)

σβέσις: ἡ, τὸ κατασβεννύναι, κατάσβεσις ἢ (ἐκ τοῦ παθητ.) «σβήσιμον», τὸ κατασβέννυσθαι, πυρὸς μάρανσις καὶ σβέσις Ἀριστ. π. Ἀναπν. 8, 4· σβέσις καὶ φθορὰ Πλούτ. Λύσ. 8· πρβλ. Ἰουβεν. 5, 1· τὸ ἀντίθετον τῷ διάλαμψις, ὁ αὐτ. ἐν Μετεωρ. 2. 9, 19.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
extinction.
Étymologie: σβέννυμι.