ἀσιτία: Difference between revisions
From LSJ
τραχὺς ἐντεῦθεν μελάμπυγός τε τοῖς ἐχθροῖς ἅπασιν → he is a tough black-arse towards his enemies, he is a veritable Heracles towards his enemies
(6_23) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀσῑτία''': Ἰων. ίη, ἡ, [[ἔλλειψις]] τροφῆς, Ἡρόδ. 3. 52, Εὐρ. Ἱκ. 1105, ἀμφότερα κατὰ πληθ. ΙΙ. ἀποχὴ ἀπὸ τροφῆς, [[νηστεία]], Ἱππ. π. Διαίτ. Ὀξ. 389, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 10. 9, 15. 2) [[ἔλλειψις]] ὀρέξεως, Ἱππ. Ἀφ. 1258. | |lstext='''ἀσῑτία''': Ἰων. ίη, ἡ, [[ἔλλειψις]] τροφῆς, Ἡρόδ. 3. 52, Εὐρ. Ἱκ. 1105, ἀμφότερα κατὰ πληθ. ΙΙ. ἀποχὴ ἀπὸ τροφῆς, [[νηστεία]], Ἱππ. π. Διαίτ. Ὀξ. 389, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 10. 9, 15. 2) [[ἔλλειψις]] ὀρέξεως, Ἱππ. Ἀφ. 1258. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ας (ἡ) :<br /><b>1</b> manque de nourriture;<br /><b>2</b> abstinence, diète.<br />'''Étymologie:''' [[ἄσιτος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:49, 9 August 2017
English (LSJ)
Ion. -ιη, ἡ,
A want of food, Hdt.3.52, E.Supp.1105 (both pl.). II abstinence from food, Hp.Acut.34, Arist.EN1180b9. 2 want of appetite, Hp.Aph.7.6.
German (Pape)
[Seite 370] ἡ, das Fasten, Eur. Suppl. 1105; Her. 3, 52; Arist. Eth. 10, 9; Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἀσῑτία: Ἰων. ίη, ἡ, ἔλλειψις τροφῆς, Ἡρόδ. 3. 52, Εὐρ. Ἱκ. 1105, ἀμφότερα κατὰ πληθ. ΙΙ. ἀποχὴ ἀπὸ τροφῆς, νηστεία, Ἱππ. π. Διαίτ. Ὀξ. 389, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 10. 9, 15. 2) ἔλλειψις ὀρέξεως, Ἱππ. Ἀφ. 1258.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
1 manque de nourriture;
2 abstinence, diète.
Étymologie: ἄσιτος.