διάφορος: Difference between revisions
οὐ γὰρ εἰς περιουσίαν ἐπράττετ' αὐτοῖς τὰ τῆς πόλεως → for selfish greed had no place in their statesmanship
(6_15) |
(Bailly1_2) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''διάφορος''': -ον, ([[διαφέρω]]) ὁ διαφέρων τινός, [[ἀνόμοιος]], Ἡρόδ. 2. 83., 4. 81, Πλάτ. Νόμ. 964Α, κλτ.· [[μετὰ]] γεν., [[διάφορος]] ἀπὸ…, ὁ αὐτ. Φιλ. 61D, κτλ. 2) [[ὑπέροχος]], [[ἐξαίρετος]], πάντων [[διάφορος]] Ἀντιφάν. Ὁμοπατρ. 1· δ. γλυκύτητι Διόδωρ. 2, 57· δ. πρὸς ἀρετὴν Πλούτ. Κλεομ. 16. 3) [[ἐπωφελής]], [[ὠφέλιμος]], δ. ἑτέρου [[μᾶλλον]] Θουκ. 4. 3· [[πρός]] τι Πλάτ. Νόμ. 779Β. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ., διάφορον, τό. 4) [[διαφορά]], σμικρόν τι τὸ δ. εὕροι τις ἂν Ἡρόδ. 2. 7· διάφορα πολλὰ θεῶν βροτοῖσιν εἰσορῶ, [[βλέπω]] πολλὰς διαφορὰς μεταξὺ θεῶν καὶ ἀνθρώπων, Εὐρ. Ἱκέτ. 612· μέγα τὸ δ. ἐστὶ Ἱππ.792Ε˙ ἆρα μικρὰ τὰ δ. τῆς οὐσίας Ἰσαῖ. 89.1˙ ἡλίκα γ᾽ ἐστὶ τὰ διάφορα ἐνθάδ΄ ἢ [[ἐκεῖ]] πολεμεῖν Δημ. 16. 26. 2) [[ὅπερ]] «ένδιαφέρει» τινά, τῶν ἡμῖν ἐς τὰ μέγιστα διαφόρων, περὶ ὧν [[ἡμεῖς]] τὰ μέγιστα «ἐνδιαφερόμεθα», Θουκ. 4. 86· τηλικούτων ὄντων αὐτῷ τῶν δ. Δημ. 362. 25, πρβλ. Ἀριστ. Οἰκ. 2. 34, 4. 3) ἐν σχέσει πρὸς χρήματα, ἡ [[διαφορά]], τὸ ὑπόλοιπον, Ὑπερείδ. Εὐξεν. 30, πρβλ. Ἐπικτ. Ἐγχειρ. 25. 4· [[δαπάνη]], [[ἀνάλωμα]], Ἀριστ. π. Ἀρ. καὶ Κακ. 7, 1. καὶ 3· ἡ [[μικρολογία]] ἐστὶ [[φειδωλία]] τοῦ δ. Θεόφρ. Χαρ. 10· καὶ ἐν τῷ πληθ., Δημ. 887. 8· - [[ἀργύριον]], χρηματικὸν ποσόν, Πολύβ. 4. 18, 8, Συλλ. Ἐπιγρ. 2335. 33., 2695· [[τιμή]], Λουκ. Ἑρμοτ. 81, Συλλ. Ἐπιγρ. 2647c. 56. Β. (ἐκ τοῦ διαφέρεσθαι) ὁ διαφερόμενος [[πρός]] τινα, [[ἐναντίος]], [[ἐχθρός]], πολλοῖς διάφορός εἰμι Εὐριπ. Μηδ. 579· Κλεομένει Ἡρόδ. 5, 75· τοῖς οἰκείοις Λυσ. 144. 2· ἀλλήλοις, ἑαυτοῖς Πλάτ. Πρωτ. 337Β, Νόμ. 679Β· καὶ [[μετὰ]] γεν., διάφορός τινος, [[ἐχθρός]], [[ἐναντίος]], Δημ. 849. 10, πρβλ. Ἀντιφάν. Τριταγ. 1, Φιλήμ. Ἀδήλ. 67. 2) [[ἐπιβλαβής]], ἐπιζήμιος, γείτονι μηδὲν ποιεῖν δ. Πλάτ. Νόμ. 843C. ΙΙ. οὐσ. διάφορον, τό, [[ἀσυμφωνία]], [[ἐναντιότης]], [[ἔχθρα]], Θουκ. 1. 68, πρβλ. 2. 27 καὶ 37, κτλ. | |lstext='''διάφορος''': -ον, ([[διαφέρω]]) ὁ διαφέρων τινός, [[ἀνόμοιος]], Ἡρόδ. 2. 83., 4. 81, Πλάτ. Νόμ. 964Α, κλτ.· [[μετὰ]] γεν., [[διάφορος]] ἀπὸ…, ὁ αὐτ. Φιλ. 61D, κτλ. 2) [[ὑπέροχος]], [[ἐξαίρετος]], πάντων [[διάφορος]] Ἀντιφάν. Ὁμοπατρ. 1· δ. γλυκύτητι Διόδωρ. 2, 57· δ. πρὸς ἀρετὴν Πλούτ. Κλεομ. 16. 3) [[ἐπωφελής]], [[ὠφέλιμος]], δ. ἑτέρου [[μᾶλλον]] Θουκ. 4. 3· [[πρός]] τι Πλάτ. Νόμ. 779Β. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ., διάφορον, τό. 4) [[διαφορά]], σμικρόν τι τὸ δ. εὕροι τις ἂν Ἡρόδ. 2. 7· διάφορα πολλὰ θεῶν βροτοῖσιν εἰσορῶ, [[βλέπω]] πολλὰς διαφορὰς μεταξὺ θεῶν καὶ ἀνθρώπων, Εὐρ. Ἱκέτ. 612· μέγα τὸ δ. ἐστὶ Ἱππ.792Ε˙ ἆρα μικρὰ τὰ δ. τῆς οὐσίας Ἰσαῖ. 89.1˙ ἡλίκα γ᾽ ἐστὶ τὰ διάφορα ἐνθάδ΄ ἢ [[ἐκεῖ]] πολεμεῖν Δημ. 16. 26. 2) [[ὅπερ]] «ένδιαφέρει» τινά, τῶν ἡμῖν ἐς τὰ μέγιστα διαφόρων, περὶ ὧν [[ἡμεῖς]] τὰ μέγιστα «ἐνδιαφερόμεθα», Θουκ. 4. 86· τηλικούτων ὄντων αὐτῷ τῶν δ. Δημ. 362. 25, πρβλ. Ἀριστ. Οἰκ. 2. 34, 4. 3) ἐν σχέσει πρὸς χρήματα, ἡ [[διαφορά]], τὸ ὑπόλοιπον, Ὑπερείδ. Εὐξεν. 30, πρβλ. Ἐπικτ. Ἐγχειρ. 25. 4· [[δαπάνη]], [[ἀνάλωμα]], Ἀριστ. π. Ἀρ. καὶ Κακ. 7, 1. καὶ 3· ἡ [[μικρολογία]] ἐστὶ [[φειδωλία]] τοῦ δ. Θεόφρ. Χαρ. 10· καὶ ἐν τῷ πληθ., Δημ. 887. 8· - [[ἀργύριον]], χρηματικὸν ποσόν, Πολύβ. 4. 18, 8, Συλλ. Ἐπιγρ. 2335. 33., 2695· [[τιμή]], Λουκ. Ἑρμοτ. 81, Συλλ. Ἐπιγρ. 2647c. 56. Β. (ἐκ τοῦ διαφέρεσθαι) ὁ διαφερόμενος [[πρός]] τινα, [[ἐναντίος]], [[ἐχθρός]], πολλοῖς διάφορός εἰμι Εὐριπ. Μηδ. 579· Κλεομένει Ἡρόδ. 5, 75· τοῖς οἰκείοις Λυσ. 144. 2· ἀλλήλοις, ἑαυτοῖς Πλάτ. Πρωτ. 337Β, Νόμ. 679Β· καὶ [[μετὰ]] γεν., διάφορός τινος, [[ἐχθρός]], [[ἐναντίος]], Δημ. 849. 10, πρβλ. Ἀντιφάν. Τριταγ. 1, Φιλήμ. Ἀδήλ. 67. 2) [[ἐπιβλαβής]], ἐπιζήμιος, γείτονι μηδὲν ποιεῖν δ. Πλάτ. Νόμ. 843C. ΙΙ. οὐσ. διάφορον, τό, [[ἀσυμφωνία]], [[ἐναντιότης]], [[ἔχθρα]], Θουκ. 1. 68, πρβλ. 2. 27 καὶ 37, κτλ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ος, ον :<br /><b>1</b> différent : τινος, τινι de qch ; τὸ διάφορον la différence ; τὰ διάφορα les différences ; <i>en b. part</i> qui se distingue, supérieur, remarquable ; avantageux, utile ; τὰ διάφορα THC les intérêts;<br /><b>2</b> qui diffère d’avis, de sentiment ; qui est en désaccord : τινι avec qqn ; <i>subst.</i> τὸ διάφορον différend, contestation.<br />'''Étymologie:''' [[διαφέρω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:51, 9 August 2017
English (LSJ)
ον,
A different, unlike, Hdt.2.83, 4.81, Pl.Lg.964a, etc.; παρά τι Iamb. Myst.3.30: c. gen., differing from, Pl.Phlb.61d, etc. b several, various, κατὰ τὰς δ. ὕλας Phld.Sign.24; δ. πρόσωπα POxy.1033.88 (iv A.D.), cf. Ep.Hebr.9.13. c ambiguous, Hsch. 2 differing or disagreeing with another, πολλοῖς δ. εἰμι E.Med.579; esp. in hostile sense, at variance with, Κλεομένεϊ Hdt.5.75; τοῖς οἰκείοις Lys.14.44; ἀλλήλοις, ἑαυτοῖς, Pl.Prt.337b, Lg.679b; ἀνώμαλος καὶ δ. πρὸς ἑαυτόν Plu.Sull.6: c. gen., δ. τινος one's adversary, D.29.15, cf. Antiph.209.1, Philem.162. 3 excellent, distinguished, remarkable, Antiph.175.3; δ. γλυκύτητι D.S.2.57; πρὸς ἀρετήν Plu.Cleom.16: Comp., ὄνομα Ep.Hebr.1.4. 4 making a difference to one, a in good sense, advantageous, profitable, important, δ. ἑτέρου μᾶλλον Th.4.3; πρὸς σωτηρίαν Pl.Lg.779b. b rarely in bad sense, disagreeable, γείτονα γείτονι μηδὲν ποιεῖν δ. ib. 843c. II as Subst., διάφορον, τό, 1 difference, σμικρόν τι τὸ δ. εὕροι τις ἄν Hdt.2.7; διάφορα πολλὰ θεῶν βροτοῖσιν εἰσορῶ I see many differences between gods and men, E.Supp.612 (lyr.); μέγα τὸ δ. ἐστι (v.l. διαφέρον) Hp.Art.14; ἆρα μικρὰ τὰ δ. ἑκατέροις τῆς οὑσίας; Is.11.47; ἡλίκα γ' ἐστὶν τὰ διάφορ' ἐνθάδ' ἢ ἐκεῖ πολεμεῖν D.1.27. 2 what concerns one, τῶν ἡμῖν ἐς τὰ μέγιστα διαφόρων matters of the greatest concern to us, Th.4.87; τηλικούτων ὄντων αὐτῷ τῶν δ. D.19.68, cf. Arist.Oec.1352b2. 3 difference, disagreement, ἕνεκα τῶν αὐτοῖς ἰδίᾳ δ. on account of their private differences, Th.1.68, cf. 2.37; τὸ Ἀθηναίων δ. difference with the A., Id.2.27. 4 in reference to money-matters, difference, balance, Hyp.Eux.17, cf. Epict.Ench.25.4; expenditure, Arist.VV1251b10; ἡμικρολογία ἐστὶ φειδωλία τοῦ δ. Thphr.Char.10.1: in pl., expenses, D.32.18, IG5(1).1390.45 (Andania, i B.C.); losses, OGI90.30 (ii B.C.), WilckenChr.11 B8 (ii B.C.). b ready money, cash, χρείας γενομένης ἀναγκαίας τῷ δήμῳ διαφόρου IG12(7).388.7 (Amorgos); sum of money, PSI4.330.8 (iii B.C.), UPZ3.7 (ii B.C.), Plb.4.18.8, IG12(5).653.56 (Syros, i B.C.), etc.: pl., Plb.31.27.13, CIG2695 (Iasus); interest, ἐπὶ διαφόρῳ ἡμιολίας POxy.1040.8 (iii A.D.); price, Luc.Herm.81, D.L.6.9. 5 expenses of carriage, PAmh.2.69.12 (ii A.D.), PFay.86a11 (ii A.D.). III Adv. -ρως with a difference, τοῖς παροῦσιν ἤθεσι δ. πολιτεύειν Th.6.18, cf. Pl.Ion531b: c. gen., δ. τῶν λοιπῶν δένδρων Gp.10.37.1; in a variety of ways, Phld.D.3.9: Comp. -ώτερον Id.Mus.p.109K. 2 δ. ἔχειν differ, Pl.Phlb.25e, etc.; δ. ἔχειν τινί to differ with .., D.33.18. 3 pre-eminently, πρᾶος καὶ φιλάνθρωπος τῶν ἄλλων δ. ὤν Id.24.196, cf. J.BJ2.8.9 (Sup.); δ. συναρέσκει Men.Epit.333, cf. Pk.72; excellently, with distinction, ἀγωνίσασθαι Sosyl.p.30B.; δ. ἀπειργασμένος Plb.13.7.2: Comp. -ώτερον Hsch.
Greek (Liddell-Scott)
διάφορος: -ον, (διαφέρω) ὁ διαφέρων τινός, ἀνόμοιος, Ἡρόδ. 2. 83., 4. 81, Πλάτ. Νόμ. 964Α, κλτ.· μετὰ γεν., διάφορος ἀπὸ…, ὁ αὐτ. Φιλ. 61D, κτλ. 2) ὑπέροχος, ἐξαίρετος, πάντων διάφορος Ἀντιφάν. Ὁμοπατρ. 1· δ. γλυκύτητι Διόδωρ. 2, 57· δ. πρὸς ἀρετὴν Πλούτ. Κλεομ. 16. 3) ἐπωφελής, ὠφέλιμος, δ. ἑτέρου μᾶλλον Θουκ. 4. 3· πρός τι Πλάτ. Νόμ. 779Β. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ., διάφορον, τό. 4) διαφορά, σμικρόν τι τὸ δ. εὕροι τις ἂν Ἡρόδ. 2. 7· διάφορα πολλὰ θεῶν βροτοῖσιν εἰσορῶ, βλέπω πολλὰς διαφορὰς μεταξὺ θεῶν καὶ ἀνθρώπων, Εὐρ. Ἱκέτ. 612· μέγα τὸ δ. ἐστὶ Ἱππ.792Ε˙ ἆρα μικρὰ τὰ δ. τῆς οὐσίας Ἰσαῖ. 89.1˙ ἡλίκα γ᾽ ἐστὶ τὰ διάφορα ἐνθάδ΄ ἢ ἐκεῖ πολεμεῖν Δημ. 16. 26. 2) ὅπερ «ένδιαφέρει» τινά, τῶν ἡμῖν ἐς τὰ μέγιστα διαφόρων, περὶ ὧν ἡμεῖς τὰ μέγιστα «ἐνδιαφερόμεθα», Θουκ. 4. 86· τηλικούτων ὄντων αὐτῷ τῶν δ. Δημ. 362. 25, πρβλ. Ἀριστ. Οἰκ. 2. 34, 4. 3) ἐν σχέσει πρὸς χρήματα, ἡ διαφορά, τὸ ὑπόλοιπον, Ὑπερείδ. Εὐξεν. 30, πρβλ. Ἐπικτ. Ἐγχειρ. 25. 4· δαπάνη, ἀνάλωμα, Ἀριστ. π. Ἀρ. καὶ Κακ. 7, 1. καὶ 3· ἡ μικρολογία ἐστὶ φειδωλία τοῦ δ. Θεόφρ. Χαρ. 10· καὶ ἐν τῷ πληθ., Δημ. 887. 8· - ἀργύριον, χρηματικὸν ποσόν, Πολύβ. 4. 18, 8, Συλλ. Ἐπιγρ. 2335. 33., 2695· τιμή, Λουκ. Ἑρμοτ. 81, Συλλ. Ἐπιγρ. 2647c. 56. Β. (ἐκ τοῦ διαφέρεσθαι) ὁ διαφερόμενος πρός τινα, ἐναντίος, ἐχθρός, πολλοῖς διάφορός εἰμι Εὐριπ. Μηδ. 579· Κλεομένει Ἡρόδ. 5, 75· τοῖς οἰκείοις Λυσ. 144. 2· ἀλλήλοις, ἑαυτοῖς Πλάτ. Πρωτ. 337Β, Νόμ. 679Β· καὶ μετὰ γεν., διάφορός τινος, ἐχθρός, ἐναντίος, Δημ. 849. 10, πρβλ. Ἀντιφάν. Τριταγ. 1, Φιλήμ. Ἀδήλ. 67. 2) ἐπιβλαβής, ἐπιζήμιος, γείτονι μηδὲν ποιεῖν δ. Πλάτ. Νόμ. 843C. ΙΙ. οὐσ. διάφορον, τό, ἀσυμφωνία, ἐναντιότης, ἔχθρα, Θουκ. 1. 68, πρβλ. 2. 27 καὶ 37, κτλ.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
1 différent : τινος, τινι de qch ; τὸ διάφορον la différence ; τὰ διάφορα les différences ; en b. part qui se distingue, supérieur, remarquable ; avantageux, utile ; τὰ διάφορα THC les intérêts;
2 qui diffère d’avis, de sentiment ; qui est en désaccord : τινι avec qqn ; subst. τὸ διάφορον différend, contestation.
Étymologie: διαφέρω.