δυσπαραμύθητος: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_16)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''δυσπαραμύθητος''': -ον, δυσκολοπαρηγόρητος, Πλάτ. Τιμ. 69D, Πλούτ. Μαρ. 45.
|lstext='''δυσπαραμύθητος''': -ον, δυσκολοπαρηγόρητος, Πλάτ. Τιμ. 69D, Πλούτ. Μαρ. 45.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />difficile à calmer (par des exhortations).<br />'''Étymologie:''' δυσ-, [[παραμυθέομαι]].
}}
}}