ἑρκίον: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_21)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἑρκίον''': τό, [[περίφραγμα]], [[φραγμός]], [[περίβολος]], [[ἑρκίον]] αὐλῆς Ἰλ. Ι. 476, Ὀδ. Σ. 102· παρὰ μεταγεν., [[κατοικία]], Ἀπολλ. Ρόδ. Β. 1074, πρβλ. Θεόφρ. περὶ Σημ. 53. (Ἐκ του [[ἕρκος]]· ὑποκορ. δὲ μόνον κατὰ τύπον). - Καθ’ Ἡσύχ. «[[ἑρκίον]]· [[κύκλος]] αὐλῆς. [[οἰκία]]. τειχίδιον [[στεφάνη]] δώματος».
|lstext='''ἑρκίον''': τό, [[περίφραγμα]], [[φραγμός]], [[περίβολος]], [[ἑρκίον]] αὐλῆς Ἰλ. Ι. 476, Ὀδ. Σ. 102· παρὰ μεταγεν., [[κατοικία]], Ἀπολλ. Ρόδ. Β. 1074, πρβλ. Θεόφρ. περὶ Σημ. 53. (Ἐκ του [[ἕρκος]]· ὑποκορ. δὲ μόνον κατὰ τύπον). - Καθ’ Ἡσύχ. «[[ἑρκίον]]· [[κύκλος]] αὐλῆς. [[οἰκία]]. τειχίδιον [[στεφάνη]] δώματος».
}}
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br />clôture, mur de clôture.<br />'''Étymologie:''' dim. de [[ἕρκος]].
}}
}}