καναχηδά: Difference between revisions

From LSJ

Ἴσον ἐστὶν ὀργῇ καὶ θάλασσα καὶ γυνή → Mulier et mare sunt isdem plane moribus → In ihrem Naturell sind Frau und Meerflut gleich

Menander, Monostichoi, 264
(6_2)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κᾰνᾰχηδά''': [[μετὰ]] καναχῆς, ἠχητικῶς, [[μετὰ]] κτύπου πολλοῦ, ποταμοὶ καναχηδὰ ῥέοντες Ἡσ. Θ. 367· Λυδίαν μίτραν καναχηδὰ (καναχαδὰ Bergk) πεποικιλμέναν Πινδ. Ν. 8, 25, πρβλ. Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 71· ἐπὶ αὐλῶν, ἴδε ἐν λ. [[μίτρα]].
|lstext='''κᾰνᾰχηδά''': [[μετὰ]] καναχῆς, ἠχητικῶς, [[μετὰ]] κτύπου πολλοῦ, ποταμοὶ καναχηδὰ ῥέοντες Ἡσ. Θ. 367· Λυδίαν μίτραν καναχηδὰ (καναχαδὰ Bergk) πεποικιλμέναν Πινδ. Ν. 8, 25, πρβλ. Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 71· ἐπὶ αὐλῶν, ἴδε ἐν λ. [[μίτρα]].
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br />avec un bruit retentissant.<br />'''Étymologie:''' [[καναχέω]], -δα.
}}
}}

Revision as of 20:00, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κᾰνᾰχηδά Medium diacritics: καναχηδά Low diacritics: καναχηδά Capitals: ΚΑΝΑΧΗΔΑ
Transliteration A: kanachēdá Transliteration B: kanachēda Transliteration C: kanachida Beta Code: kanaxhda/

English (LSJ)

Adv.

   A with a loud noise, ποταμοὶ καναχηδὰ ῥέοντες Hes.Th.367, cf. A.R.3.71, Call.Del.45; of flutes, v. μίτρα.

German (Pape)

[Seite 1320] mit Geräusch, Getön, Gebrause; ποταμοὶ καναχηδὰ ῥέοντες Hes. Th. 367; Λυδία μίτρα καναχηδὰ πεποικιλμένα Pind. N. 8, 14 geht auf ein in lydischer Weise mit Instrumenten begleitetes Lied.

Greek (Liddell-Scott)

κᾰνᾰχηδά: μετὰ καναχῆς, ἠχητικῶς, μετὰ κτύπου πολλοῦ, ποταμοὶ καναχηδὰ ῥέοντες Ἡσ. Θ. 367· Λυδίαν μίτραν καναχηδὰ (καναχαδὰ Bergk) πεποικιλμέναν Πινδ. Ν. 8, 25, πρβλ. Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 71· ἐπὶ αὐλῶν, ἴδε ἐν λ. μίτρα.

French (Bailly abrégé)

adv.
avec un bruit retentissant.
Étymologie: καναχέω, -δα.