Κῦρος: Difference between revisions

From LSJ

τὸ πεπρωμένον γὰρ οὐ μόνον βροτοῖς ἄφευκτόν ἐστιν, ἀλλὰ καὶ τὸν οὐρανόν ἔχουσι → fate is unavoidable not only for mortals, but also for those who hold the heavens

Source
(6_14)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''Κῦρος''': ὁ, 1) ὁ [[πρότερος]], ὁ πρεσβύτερος, ὁ [[μέγας]] [[Κῦρος]], Ἡρόδ., κτλ. 2) ὁ [[νεώτερος]], ὁ ἀδελφὸς τοῦ Ἀρταξέρξου, Ξεν. Ἀν. 1. 1, 1, κτλ.· ― οἱ Κύρειοι, οἱ Ἕλληνες οἱ παρὰ τῷ Κύρῳ πρότερον ὑπηρετήσαντες, ὁ αὐτο. ἐν Ἑλλ. 3. 2, 7, κτλ.
|lstext='''Κῦρος''': ὁ, 1) ὁ [[πρότερος]], ὁ πρεσβύτερος, ὁ [[μέγας]] [[Κῦρος]], Ἡρόδ., κτλ. 2) ὁ [[νεώτερος]], ὁ ἀδελφὸς τοῦ Ἀρταξέρξου, Ξεν. Ἀν. 1. 1, 1, κτλ.· ― οἱ Κύρειοι, οἱ Ἕλληνες οἱ παρὰ τῷ Κύρῳ πρότερον ὑπηρετήσαντες, ὁ αὐτο. ἐν Ἑλλ. 3. 2, 7, κτλ.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />Cyrus :<br /><b>1</b> n. d’h;<br /><b>2</b> fl. d’Arménie.<br />'''Étymologie:'''.
}}
}}

Revision as of 20:01, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Κῦρος Medium diacritics: Κῦρος Low diacritics: Κύρος Capitals: ΚΥΡΟΣ
Transliteration A: Kŷros Transliteration B: Kyros Transliteration C: Kyros Beta Code: *ku=ros

English (LSJ)

ὁ, Cyrus:    1 ὁ πρότερος, the elder Cyrus, Hdt.1.46, etc.    2 ὁ νεώτερος, the brother of Artaxerxes, X.An.1.1.1, etc.

Greek (Liddell-Scott)

Κῦρος: ὁ, 1) ὁ πρότερος, ὁ πρεσβύτερος, ὁ μέγας Κῦρος, Ἡρόδ., κτλ. 2) ὁ νεώτερος, ὁ ἀδελφὸς τοῦ Ἀρταξέρξου, Ξεν. Ἀν. 1. 1, 1, κτλ.· ― οἱ Κύρειοι, οἱ Ἕλληνες οἱ παρὰ τῷ Κύρῳ πρότερον ὑπηρετήσαντες, ὁ αὐτο. ἐν Ἑλλ. 3. 2, 7, κτλ.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
Cyrus :
1 n. d’h;
2 fl. d’Arménie.
Étymologie:.