Κύκλωπες: Difference between revisions

From LSJ

ὑπὸ δὲ οἴστρου ἀεὶ ἑλκομένη ψυχή → a soul always dragged along by the fury of passion

Source
(slb)
m (Text replacement - "{{Slater\n(.*?)\n}}" to "")
Line 1: Line 1:
{{Slater
 
|sltr=<b>Κύκλωπες</b> [[one]] eyed giants, [[who]] built the walls of [[Tiryns]] and Mykenai. Κυ] κλώπων Δ. 1. 6. dub. [[test]]., [τοὺς Κύκλωπάς φησι Πίν] δαρος δε [θῆναι ὑ] πὸ Διὸς φο [βηθέντος] μή τινί πο [τε [[θεῶν]]] ὅπλα κατ [ασκευάσωσι] (supp. Gomperz, Bergk, Philippson) fr. 266.
}}
{{Slater
|sltr=<b>Κύκλωπες</b> [[one]] eyed giants, [[who]] built the walls of [[Tiryns]] and Mykenai. Κυ] κλώπων Δ. 1. 6. dub. [[test]]., [τοὺς Κύκλωπάς φησι Πίν] δαρος δε [θῆναι ὑ] πὸ Διὸς φο [βηθέντος] μή τινί πο [τε [[θεῶν]]] ὅπλα κατ [ασκευάσωσι] (supp. Gomperz, Bergk, Philippson) fr. 266.
}}

Revision as of 13:05, 17 August 2017