διαμάω: Difference between revisions

1,099 bytes added ,  21 August 2017
big3_11
(Autenrieth)
(big3_11)
Line 21: Line 21:
{{Autenrieth
{{Autenrieth
|auten=aor. διάμησε: [[cut]] [[through]], Il. 3.359 and Il. 7.253.
|auten=aor. διάμησε: [[cut]] [[through]], Il. 3.359 and Il. 7.253.
}}
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">1</b> [[rasgar]], [[cortar]], [[ἔγχος]] ... διάμησε χιτῶνα <i>Il</i>.3.359, Ἰφιγόνης παρηίδα E.<i>El</i>.1023, τόνδε μέσον διὰ λαιμὸν ἀμῆσαι A.R.4.374, Πενθεσίλειαν ... διάμησεν ... Πηλείδης Q.S.1.620, cf. Hsch.s.uu. διαμῆσαι, διάμησε.<br /><b class="num">2</b> [[arañar]], [[escarbar]] ἄκροισι δακτύλοισι διαμῶσαι χθόνα E.<i>Ba</i>.709, τὴν (γῆν) δὲ σκαλίσι τὰς γυναῖκας διαμώσας πλύνειν y las mujeres escarbando (la tierra) con sachos, la lavan</i> Str.3.2.9, cf. Hsch.<br /><b class="num">•</b>en v. med. mismo sent. τὸν κάχληκα Th.4.26, cf. Arr.<i>An</i>.6.26.5, τὴν ... χιόνα Plb.3.55.6, τὴν ψάμμον I.<i>AI</i> 3.10, App.<i>Pun</i>.40, τὴν ἄμμον D.C.<i>Epit</i>.9.23.2, cf. Hsch.<br /><b class="num">•</b>fig. τῶν ναμάτων τὰ διαφανῆ τε καὶ καθαρὰ ... διαμώμενοι Them.<i>Or</i>.21.250b.
}}
}}