ἁρπάγιον: Difference between revisions

From LSJ

ἄνθρωπός ἐστι πνεῦμα σαρκί χρώμενον → a human is a spirit furnished with flesh

Source
(6_21)
(big3_6)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἁρπάγιον''': τὸ, [[ἀγγεῖον]] ἔχον στενὸν λαιμὸν καὶ πυθμένα διάτρητον, ὅμοιον τῇ κλεψύδρᾳ, «ἐπὶ τῶν λεγομένων ἁρπαγίων ἀγγείων ὁ [[δάκτυλος]] ἐν τῷ στόματι ἐντιθέμενος αὐτῶν τὸ [[ὕδωρ]] οὐκ ἐᾷ ῥεῖν διὰ τοῦ πυθμένος» Ἀλέξ. Ἀφρ. Προβλ. 1. 95.
|lstext='''ἁρπάγιον''': τὸ, [[ἀγγεῖον]] ἔχον στενὸν λαιμὸν καὶ πυθμένα διάτρητον, ὅμοιον τῇ κλεψύδρᾳ, «ἐπὶ τῶν λεγομένων ἁρπαγίων ἀγγείων ὁ [[δάκτυλος]] ἐν τῷ στόματι ἐντιθέμενος αὐτῶν τὸ [[ὕδωρ]] οὐκ ἐᾷ ῥεῖν διὰ τοῦ πυθμένος» Ἀλέξ. Ἀφρ. Προβλ. 1. 95.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ου, τό<br /><b class="num">1</b> [[clepsidra]] Alex.Aphr.<i>Pr</i>.1.95.<br /><b class="num">2</b> n. de un [[colirio]] para los ojos <i>CIL</i> 13.10021.90, 93.
}}
}}

Revision as of 12:07, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἁρπάγιον Medium diacritics: ἁρπάγιον Low diacritics: αρπάγιον Capitals: ΑΡΠΑΓΙΟΝ
Transliteration A: harpágion Transliteration B: harpagion Transliteration C: arpagion Beta Code: a(rpa/gion

English (LSJ)

τό,

   A = κλεψύδρα I, Alex.Aphr.Pr.1.95.

German (Pape)

[Seite 358] τό, ein Gefäß mit engem Halse u. durchlöchertem Boden, ähnlich der κλεψύδρα, Arist. Phys. 4, 6. Nach Ath. XIII, 601 fhieß der Ort, wo Ganymedes geraubt sein sollte, ἁρπάγιον.

Greek (Liddell-Scott)

ἁρπάγιον: τὸ, ἀγγεῖον ἔχον στενὸν λαιμὸν καὶ πυθμένα διάτρητον, ὅμοιον τῇ κλεψύδρᾳ, «ἐπὶ τῶν λεγομένων ἁρπαγίων ἀγγείων ὁ δάκτυλος ἐν τῷ στόματι ἐντιθέμενος αὐτῶν τὸ ὕδωρ οὐκ ἐᾷ ῥεῖν διὰ τοῦ πυθμένος» Ἀλέξ. Ἀφρ. Προβλ. 1. 95.

Spanish (DGE)

-ου, τό
1 clepsidra Alex.Aphr.Pr.1.95.
2 n. de un colirio para los ojos CIL 13.10021.90, 93.