ἀκροσαπής: Difference between revisions
From LSJ
λέγεται δὲ καὶ κλῶνας αὐτῆς θύραις ἢ θυρίσι προστεθέντας ἀποκρούειν τὰς τῶν φαρμάκων κακουργίας → its branches attached to doors or windows are said to repel the evil of spells
(6_7) |
(big3_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀκροσᾰπής''': -ές, (σήπομαι) «[[σιτίον]] νέοισιν ἀκροσαπές», ἐπιπολῆς, ἐπὶ βραχὺ μεταβεβλημένον, Ἱππ. 382, 41. | |lstext='''ἀκροσᾰπής''': -ές, (σήπομαι) «[[σιτίον]] νέοισιν ἀκροσαπές», ἐπιπολῆς, ἐπὶ βραχὺ μεταβεβλημένον, Ἱππ. 382, 41. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ές<br />[[ligeramente pasado o macerado]] σιτίον Hp.<i>Alim</i>.41, cf. ἀ.· τὸ ἐπιπολῆς μεταβεβληκός Gal.19.73. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:10, 21 August 2017
English (LSJ)
ές, (σήπομαι)
A slightly 'high', Hp.Alim.41.
German (Pape)
[Seite 85] ές, oben verwesend, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
ἀκροσᾰπής: -ές, (σήπομαι) «σιτίον νέοισιν ἀκροσαπές», ἐπιπολῆς, ἐπὶ βραχὺ μεταβεβλημένον, Ἱππ. 382, 41.
Spanish (DGE)
-ές
ligeramente pasado o macerado σιτίον Hp.Alim.41, cf. ἀ.· τὸ ἐπιπολῆς μεταβεβληκός Gal.19.73.