πομπή: Difference between revisions
(10) |
(No difference)
|
Revision as of 00:08, 9 February 2013
English (LSJ)
ἡ, (πέμπω)
A conduct, escort, θεῶν ὑπ' ἀμύμονι πομπῇ Il.6.171; οὔτε θεῶν πομπῇ οὔτε θνητῶν ἀνθρώπων Od.5.32; π. δόμεναι 9.518; πομπᾷ Διὸς ξενίου A.Ag.748 (lyr.); θείῃ π. χρεώμενος Hdt.1.62, cf.3.77; οὐρία π., of a fair wind, E.IA 352 (troch.); also ἀνταίαν πνεῦσαι π. ib.1324 (lyr.): in pl., Ἀπολλωνίαις πομπαῖς Pi.P.5.91; Ζεφύροιο πομπαί Id.N.7.29; βασιλέως ὑπὸ πομπαῖς A.Pers.58 (anap.), etc. b concrete, an escort, ὑπ' εὔφρονι πομπᾷ Id.Eu.1034 (lyr.). 2 sending away, sending home, ἔπειτα δὲ καὶ περὶ πομπῆς μνησόμεθα Od.7.191, cf. 8.545, etc.; ὄφρα τάχιστα πομπῆς καὶ νόστοιο τύχῃς 6.290; τεῦχε δὲ πομπήν 10.18, cf. Pi.P.4.164; πομπᾶς ἁγεμών E.Rh.229 (lyr.). 3 mission, θεοῦ τινος πομπῇ sent by . ., of a dream, Hdt.7.16.β, cf. Pl.R.383a; κατὰ σημείων πομπάς ib.382e: simply, sending, ξύλων Th.4.108. II solemn procession, Διονύσῳ πομπὴν ἐποιοῦντο Heraclit.15; ὑπὸ πομπῆς in procession, Hdt.2.45; σὺν πομπῇ Id.7.197; πομπὴν πέμπειν Id.5.56, Ar.Av.849, Th.6.56; τὰς π. πεμπειν, pompeu=sai D.4.26, IG22.1028.14; τῆς π., ὅπως ἂν ὡς κάλλιστα πεμφθῇ ib.12.84.26; τινι in honour of a god, Ar.Ach.248; μήλων κνισάεσσα πομπά the flesh of sheep for sacrifice carried in procession, Pi.O.7.80. b at Rome, triumphal procession, Plb.6.39.9, etc.: generally, τείνειν π. lead a long procession, of a military expedition, A.Th.613. 2 metaph., pomp, parade, π. καὶ ῥημάτων ἀγλαϊσμός Pl.Ax.369d. 3 personified, on a vase, AJA30.424.