ἔκθλιψις: Difference between revisions

From LSJ

Μούνη γὰρ ἄγειν οὐκέτι σωκῶ λύπης ἀντίρροπον ἄχθος → I have no longer strength to bear alone the burden of grief that weighs me down

Sophocles, Electra, 119-120
(6_8)
(big3_13)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἔκθλιψις''': -εως, ἡ, τὸ διὰ πιέσεως ἐξάγειν, Ἱππ. Ἀφ. 1261, Ἀριστ. Μετεωρ. 1. 4, 11, κ. ἀλλ. ΙΙ. [[κατάθλιψις]], Ἑβδ. Μιχ. Ζ, 2, διαφ. γρ. ἀντὶ τοῦ [[ἐκθλιβή]]. ΙΙΙ. «[[ἔκθλιψις]] δέ ἐστιν [[αὖθις]] ἀποβολὴ τοῦ ἀνομοίου συμφώνου, ὡς ἔχει ἐκ τοῦ [[σκηπτοῦχος]] σκηπτροῦχος» κτλ. Δράκων σ. 160, Γρηγόρ. Κορίνθου 681 § XXIII, ἀλλ’ ἐν σελίδι 678 § ΧΙ «[[ἔκθλιψις]] μέν ἐστιν, [[ὅταν]] δύο λέξεις συνάπτωνται ἐκθλιβομένου φωνήεντος ἢ φωνηέντων, ἢ φωνήεντος καὶ συμφώνου, καὶ ἀντ’ αὐτῶν ἀποστρόφου τιθεμένης».
|lstext='''ἔκθλιψις''': -εως, ἡ, τὸ διὰ πιέσεως ἐξάγειν, Ἱππ. Ἀφ. 1261, Ἀριστ. Μετεωρ. 1. 4, 11, κ. ἀλλ. ΙΙ. [[κατάθλιψις]], Ἑβδ. Μιχ. Ζ, 2, διαφ. γρ. ἀντὶ τοῦ [[ἐκθλιβή]]. ΙΙΙ. «[[ἔκθλιψις]] δέ ἐστιν [[αὖθις]] ἀποβολὴ τοῦ ἀνομοίου συμφώνου, ὡς ἔχει ἐκ τοῦ [[σκηπτοῦχος]] σκηπτροῦχος» κτλ. Δράκων σ. 160, Γρηγόρ. Κορίνθου 681 § XXIII, ἀλλ’ ἐν σελίδι 678 § ΧΙ «[[ἔκθλιψις]] μέν ἐστιν, [[ὅταν]] δύο λέξεις συνάπτωνται ἐκθλιβομένου φωνήεντος ἢ φωνηέντων, ἢ φωνήεντος καὶ συμφώνου, καὶ ἀντ’ αὐτῶν ἀποστρόφου τιθεμένης».
}}
{{DGE
|dgtxt=-εως, ἡ<br /><br /><b class="num">• Morfología:</b> [gen. -ιος Hp.<i>Aph</i>.7.85]<br /><b class="num">I</b> [[presión]] ἔ. πολυχρόνιος presión continuada</i> motivo de sudoración violenta, Hp.l.c., πονηρὸν ... ἔ. ἔξω σφοδρή es malo una fuerte presión (de los ojos) hacia afuera</i> Hp.<i>Coac</i>.214, τοῦ περιέχοντος ἔ. presión del entorno</i> Arist.<i>Iuu</i>.472<sup>a</sup>16, cf. <i>Cael</i>.277<sup>b</sup>2, motivo de la caída de meteoritos, Arist.<i>Mete</i>.342<sup>a</sup>15, de la coalescencia de elementos, Thphr.<i>Ign</i>.8, cf. Epicur.<i>Ep</i>.[3].109.<br /><b class="num">II</b> <b class="num">1</b>[[emisión]], [[expulsión]] del aire en la fonación, Epicur.<i>Ep</i>.[2].53, cf. <i>Gp</i>.17.17.1, ref. a la micción, Gal.3.406.<br /><b class="num">2</b> gram. [[elisión]], [[eliminación]] de una letra ἔ. τοῦ ι καὶ κρᾶσις τοῦ α p. ej. en κᾶτα Trypho <i>Fr</i>.47, cf. A.D.<i>Coni</i>.238.21, Sch.D.T.146.29, Choerob.<i>in Theod</i>.2.323.32, Sch.Er.<i>Il</i>.4.27, Eust.984.15.<br /><b class="num">3</b> [[supresión]] ἔ. τῆς ξηρᾶς τροφῆς Plu.2.689e.
}}
}}

Revision as of 12:28, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἔκθλιψις Medium diacritics: ἔκθλιψις Low diacritics: έκθλιψις Capitals: ΕΚΘΛΙΨΙΣ
Transliteration A: ékthlipsis Transliteration B: ekthlipsis Transliteration C: ekthlipsis Beta Code: e)/kqliyis

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A squeezing out, Hp.Aph.7.85, Arist.Mete.342a15, Epicur.Ep.2p.50U. ; τοῦ λοιποῦ (sc. οῠρον) Gal. UP5.16.    II affliction, distress, LXX Ez.12.18.    III Gramm., ecthlipsis, ejection of a letter, as σκῆπτρον, σκᾶπτον, A.D.Conj.230.10, etc.; also, elision, Eust.984.15(pl.).

German (Pape)

[Seite 760] ἡ, das Heraus-Wegdrücken; Arist. Meteorl. 1, 4; Medic. Bei den Gramm. = Ausstoßen eines Buchstaben.

Greek (Liddell-Scott)

ἔκθλιψις: -εως, ἡ, τὸ διὰ πιέσεως ἐξάγειν, Ἱππ. Ἀφ. 1261, Ἀριστ. Μετεωρ. 1. 4, 11, κ. ἀλλ. ΙΙ. κατάθλιψις, Ἑβδ. Μιχ. Ζ, 2, διαφ. γρ. ἀντὶ τοῦ ἐκθλιβή. ΙΙΙ. «ἔκθλιψις δέ ἐστιν αὖθις ἀποβολὴ τοῦ ἀνομοίου συμφώνου, ὡς ἔχει ἐκ τοῦ σκηπτοῦχος σκηπτροῦχος» κτλ. Δράκων σ. 160, Γρηγόρ. Κορίνθου 681 § XXIII, ἀλλ’ ἐν σελίδι 678 § ΧΙ «ἔκθλιψις μέν ἐστιν, ὅταν δύο λέξεις συνάπτωνται ἐκθλιβομένου φωνήεντος ἢ φωνηέντων, ἢ φωνήεντος καὶ συμφώνου, καὶ ἀντ’ αὐτῶν ἀποστρόφου τιθεμένης».

Spanish (DGE)

-εως, ἡ

• Morfología: [gen. -ιος Hp.Aph.7.85]
I presión ἔ. πολυχρόνιος presión continuada motivo de sudoración violenta, Hp.l.c., πονηρὸν ... ἔ. ἔξω σφοδρή es malo una fuerte presión (de los ojos) hacia afuera Hp.Coac.214, τοῦ περιέχοντος ἔ. presión del entorno Arist.Iuu.472a16, cf. Cael.277b2, motivo de la caída de meteoritos, Arist.Mete.342a15, de la coalescencia de elementos, Thphr.Ign.8, cf. Epicur.Ep.[3].109.
II 1emisión, expulsión del aire en la fonación, Epicur.Ep.[2].53, cf. Gp.17.17.1, ref. a la micción, Gal.3.406.
2 gram. elisión, eliminación de una letra ἔ. τοῦ ι καὶ κρᾶσις τοῦ α p. ej. en κᾶτα Trypho Fr.47, cf. A.D.Coni.238.21, Sch.D.T.146.29, Choerob.in Theod.2.323.32, Sch.Er.Il.4.27, Eust.984.15.
3 supresión ἔ. τῆς ξηρᾶς τροφῆς Plu.2.689e.