φωνίς: Difference between revisions
From LSJ
ὅτι χρὴ τοῦ μέλιτος ἄκρῳ δακτύλῳ, ἀλλὰ μὴ κοίλῃ χειρὶ γεύεσθαι → that honey should be tasted with the fingertip and not by the handful
(13) |
m (Text replacement - "-ίδος" to "-ίδος") |
||
(3 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=fonis | |Transliteration C=fonis | ||
|Beta Code=fwni/s | |Beta Code=fwni/s | ||
|Definition=ίδος, ἡ, = | |Definition=-ίδος, ἡ, = [[φωνίον]] (quiet [[voice]]), Hdn. ''Gr.'' 1.94, 2.859. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ίδος, η, ΝΑ, και [[φωνίδα]] Ν<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>μετρολ.</b> [[άλλη]] [[ονομασία]] της μονάδας φων<br /><b>αρχ.</b><br />[[φωνίον]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φωνή]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ίς</i>, -ίδος (<b>πρβλ.</b> <i>πινακ</i>-<i>ίς</i> / -<i>ίδα</i>). Η λ. ως επιστημον. όρος της Νέας Ελληνικής [[είναι]] αντιδάνεια, <b>πρβλ.</b> γαλλ. <i>phone</i> (<span style="color: red;"><</span> [[φωνή]])]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 14:19, 1 March 2024
English (LSJ)
-ίδος, ἡ, = φωνίον (quiet voice), Hdn. Gr. 1.94, 2.859.
Greek Monolingual
-ίδος, η, ΝΑ, και φωνίδα Ν
νεοελλ.
μετρολ. άλλη ονομασία της μονάδας φων
αρχ.
φωνίον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φωνή + κατάλ. -ίς, -ίδος (πρβλ. πινακ-ίς / -ίδα). Η λ. ως επιστημον. όρος της Νέας Ελληνικής είναι αντιδάνεια, πρβλ. γαλλ. phone (< φωνή)].